(Ιωα. γ΄ 13-17)
Εἶπεν ὁ Κύριος· Οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ καθὼς Μωϋσῆς ὕψωσεν τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων ἐν αὐτῷ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ΄ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. Οὐ γὰρ ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν εἰς τὸν κόσμον ἵνα κρίνῃ τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ.
Στη θεολογική Του ομιλία με τον Νικόδημο ο Κύριος, για να κάνει πιστευτή τη διδασκαλία Του ανατρέχει στα περασμένα γεγονότα της Παλαιάς Διαθήκης. Δεν το έκανε αυτό τυχαίως. Ήθελε πρώτα-πρώτα να διδάξει τους ανθρώπους ότι έχουν συγγένεια τα παλαιά συμβάντα στην πρώτη Διαθήκη με τα νέα της δεύτερης και Καινής· και δεύτερο, για να τονίσει την εκουσιότητα του πάθους Του. Επειδή ο ίδιος το ήθελε, ανεβαίνει στον Σταυρό. Διηγείται, λοιπόν, μια παλαιά ιστορία. Όταν οι Εβραίοι περιπλανώντουσαν στην έρημο, είχαν πληγεί από τα δαγκώματα φιδιών, που έβγαιναν σε κείνη την περιοχή και πολλοί πέθαναν. Τότε ο Θεός διέταξε τον Μωυσή να κατασκευάσει ένα χάλκινο φίδι και να το στήσει ψηλά κι όποιος πληγωμένος αντίκριζε αυτό, σωζόταν, δηλαδή γιατρευόταν «καὶ ἐποίησε Μωυσῆς ὄφιν χαλκοῦν καὶ ἔστησεν αὐτὸν ἐπὶ σημείου, καὶ ἐγένετο ὅταν ἔδακνεν ὄφις ἄνθρωπον, καὶ ἐπέβλεπεν ἐπὶ τὸν ὄφιν τὸν χαλκοῦν καὶ ἔζη» (Ἀριθ. 21, 9).
Το σύμβολο και η πραγματικότητα
Ποια σχέση υπάρχει μεταξύ της συμβολικής αυτής πράξεως της Παλαιάς Διαθήκης και της σταυρικής θυσίας του Χριστού; Ο ιερός Χρυσόστομος κάνει την εξής παρατήρηση: «Πώς είναι δυνατό να πιστεύσει κάποιος στον εσταυρωμένο, όταν κι αυτός είναι κυριευμένος απ’ τον θάνατο; Έτσι μας οδηγεί στην παλαιά εκείνη ιστορία. Εάν οι Ιουδαίοι, που είχαν πληγωθεί από τα φίδια, βλέποντας το κρεμασμένο χάλκινο φίδι σωζόντουσαν, πολύ περισσότερο αυτοί που πιστεύουν στον εσταυρωμένο Υιό του Θεού θα απολαύσουν μεγαλύτερη ευεργεσία». Η σταύρωση του Χριστού έγινε από αγάπη προς τον άνθρωπο κι όχι εξαιτίας της αδυναμίας του Κυρίου μας. Γι’ αυτό «ὁ ἔμψυχος αὐτοῦ ναὸς σταυροῦται», ώστε όποιος πιστεύει σ’ Αυτόν να μη χάνεται, αλλά να έχει ζωή αιώνια (Ἰω. 3, 16).
Ένας σύγχρονος θεολόγος μάς λέγει πως ο χάλκινος όφις είναι τύπος του σταυρωθέντος Χριστού. Τύπος είναι μια άφθογγη προφητεία, ένα αντικείμενο ή ένα γεγονός ή μια πράξη της Παλαίας Διαθήκης, τα οποία «χωρίς λόγια» προφητεύουν ένα από τα μεγάλα πρόσωπα και γεγονότα της Καινής Διαθήκης. Εκεί ο παλαιός Ισραήλ, εδώ η Εκκλησία. Εκεί τα φίδια και το δηλητήριό τους, εδώ οι δυνάμεις του πονηρού και η αμαρτία. Εκεί ο σωματικός θάνατος, εδώ ο αιώνιος θάνατος. Εκεί ο χάλκινος όφις, εδώ ο εσταυρωμένος Χριστός. Εκεί πρόσκαιρη απαλλαγή απ’ τον θάνατο σ’ όσους προσέβλεπαν στο χάλκινο φίδι, εδώ αιώνια ζωή σ’ αυτούς που πιστεύουν στον Χριστό. Ο άγιος Θεοφύλακτος γράφει πως με την πίστη στο πρόσωπο του Χριστού, «τὸν ψυχικὸν ἐκφεύγομεν θάνατον».
Το δηλητήριο της αμαρτίας
Η αμαρτία είναι πικρή και ανθρωποκτόνος. Με πολλούς τρόπους δαγκώνει την ψυχή του ανθρώπου και εκχέει μέσα στη φύση μας τον ιό της φαυλότητας. Είναι άβυσσος πικρίας και εισέρχεται μέσα στα εσώτατα της ψυχής του ανθρώπου. Δηλητηριάζει τα νοήματα και τις πράξεις μας. Μας απομακρύνει απ’ τον Θεό και μας στερεί τη ζωή Του. Κανείς δεν μπορεί να νικήσει από μόνος του την ενέργεια της πολυειδούς αμαρτίας, εάν δεν βοηθήσει ο Θεός. Χρειαζόμαστε την άνωθεν επικουρία. Ο απόστολος Παύλος το λέγει αυτό καθαρά στην προς Ρωμαίους επιστολή του: «Ὁ Θεὸς τὸν ἐαυτοῦ υἱὸν πέμψας ἐν ὁμοιώματι σαρκὸς ἁμαρτίας καὶ περὶ ἁμαρτίας, κατέκρινε τὴν ἁμαρτίαν ἐν τῇ σαρκὶ» (8, 3), δηλαδή ο Χριστός πήρε το δικό μας σώμα, σταυρώθηκε και κατέκρινε την αμαρτία. Ο Κύριος έγινε πρόξενος σωτηρίας για τους ανθρώπους που θα πιστεύσουν σ’ Αυτόν. Μεγάλη είναι η αγάπη του Χριστού για τον άνθρωπο. Ο Χριστός ο αθάνατος, ο άναρχος, η απέραντη μεγαλοσύνη, εμάς που ήμασταν «γη και σποδός» και φορτωμένοι με μύρια αμαρτήματα, που συνεχώς δείχναμε την αγνωμοσύνη μας στον Θεό, μας αγάπησε πολύ και έδωσε τον εαυτό Του να σταυρωθεί για τη σωτηρία μας.
Ο δικός μας αγώνας
Ο πιστός χριστιανός κάνει έναν διαρκή αγώνα εναντίον της αμαρτίας, που έχει πολλές μορφές. Η διψυχία, η μνησικακία, οι πορνικές πράξεις, η έλλειψη αγάπης, ή μη επίγνωση των αμαρτιών μας και πολλά άλλα είναι τα δαγκώματα των πονηρών όφεων. Πολλοί από μας έχουμε προκαλέσει τον ψυχικό μας θάνατο και δεν τον καταλαβαίνουμε. Αντικρίζω τον εσταυρωμένο σημαίνει πως κάνω ανενέργητη την αμαρτία. Στο πρόσωπο του Κυρίου μας να στρέψουμε όλη την προσοχή μας και τον αγώνα μας, για να θεραπευθούμε.
Αγαπητοί αδελφοί, ας μην αφήσουμε την αμαρτωλή καλοπέραση και την ευμάρεια να μας δηλητηριάζουν. Η άσκηση και η σταύρωση των παθών μας, που γίνεται με τη βοήθεια του Χριστού, θα μας χαρίσει την εσωτερική μας ειρήνη και την αληθινή ζωή. Αμήν.
Μητροπ. Εδέσσης Ιωήλ, Ο επιούσιος Άρτος
«Εορτάσωμεν, πιστοί, εορτήν πνευματικήν…»[1]
Ο Χριστός με την μεγάλη Του αγάπη και με την μεγάλη Του αγαλλίαση που σκορπάει στις ψυχές των πιστών με όλες τις άγιες γιορτές Του μας ανασταίνει αληθινά, αφού μας ανεβάζει ψηλά πνευματικά. Αρκεί να συμμετέχουμε και να έχουμε όρεξη πνευματική να τις πανηγυρίζουμε πνευματικά· τότε τις γλεντάμε πνευματικά και μεθάμε πνευματικά από το παραδεισένιο κρασί ου μας φέρνουν οι Άγιοι και μας κερνούν.
– Γέροντα, πώς μπορεί να ζήση κανείς πνευματικά τις γιορτές;
– Τις γιορτές για να τις ζήσουμε, πρέπει να έχουμε τον νού μας στις άγιες ημέρες και όχι στις δουλειές που έχουμε να κάνουμε για τις άγιες ημέρες. Να σκεφτώμαστε τα γεγονότα της κάθε άγιας ημέρας (Χριστούγεννα, Θεοφάνεια, Πάσχα κ.λπ.) και να λέμε την ευχή δοξολογώντας τον Θεό. Έτσι θα γιορτάζουμε με πολλή ευλάβεια κάθε γιορτή. Οι κοσμικοί ζητούν να καταλάβουν τα Χριστούγεννα με το χοιρινό, το Πάσχα με το αρνί, τις Αποκριές με το κομφετί. Οι αληθινοί μοναχοί όμως κάθε μέρα ζουν τα θεία γεγονότα και αγάλλονται συνέχεια. Κάθε εβδομάδα ζουν την Μεγάλη Εβδομάδα. Κάθε Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή ζουν την Μεγάλη Τετάρτη, την Μεγάλη Πέμπτη, την Μεγάλη Παρασκευή, δηλαδή τα Πάθη του Χριστού, και κάθε Κυριακή το Πάσχα, την Ανάσταση. Τί, θα πρέπη να έρθη η Μεγάλη Εβδομάδα, για να θυμηθή κανείς τα Πάθη του Χριστού; Πρέπει να έρθη το Πάσχα με το αρνί, για να καταλάβω το «Χριστός ανέστη»σάν τους κοσμικούς; Ο Χριστός τί είπε; «Έτοιμοι γίνεσθε»[2] είπε. Δεν είπε, «ετοιμασθήτε τώρα!».Από την στιγμή που λέει ο Χριστός, «έτοιμοι γίνεσθε», πρέπει ο άνθρωπος, και ιδίως ο μοναχός, να είναι έτοιμος συνέχεια. Να μελετάη και να ζη τα θεία γεγονότα συνέχεια. Όταν κανείς μελετάη τα γεγονότα της κάθε γιορτής, φυσιολογικά θα συγκινηθή και με ιδιαίτερη ευλάβεια θα προσευχηθή. Έπειτα στις Ακολουθίες ο νούς να είναι στα γεγονότα που γιορτάζουμε και με ευλάβεια να παρακολουθούμε τα τροπάρια που ψάλλονται. Όταν ο νούς είναι στα θεία νοήματα, ζη τα γεγονότα ο άνθρωπος, και έτσι αλλοιώνεται. Όταν σκεφτώμαστε λ.χ. έναν Άγιο που τον έχουμε σε ευλάβεια ή τον Άγιο που γιορτάζουμε, ο νούς θα πάη και λίγο παραπάνω· θα πάη στον Ουρανό. Και όταν σκεφτώμαστε τους Αγίους, μας σκέφτονται και οι Άγιοι και μας βοηθούν. Έτσι πιάνει κανείς φιλία με τους Αγίους, που είναι και η πιο σίγουρη φιλία. Τότε μπορεί να είναι μόνος και να ζη με όλους· και με Αγίους και με Αγγέλους και με όλον τον κόσμο. Να είναι μόνος και να νιώθη όλη αυτήν την συντροφιά! Είναι ζωντανή η παρουσία των Αγίων. Όλοι οι Άγιοι είναι παιδιά του Θεού και βοηθούν εμάς τα ταλαίπωρα παιδιά του Θεού.
Τους Αγίους μας, που έχυσαν είτε αίμα είτε ιδρώτες και δάκρυα για την αγάπη του Χριστού, πάντα πρέπει να τους γιορτάζουμε με ευλάβεια, για να βοηθιώμαστε. Και όταν ακούμε το Συναξάρι τους «Τη αυτή ημέρα μνήμη του Αγίου…», να στεκώμαστε εκείνη την στιγμή όρθιοι, όπως και οι στρατιώτες στέκονται προσοχή, όταν διαβάζωνται τα ονόματα των ηρωικώς πεσόντων συναδέλφων τους. «Την τάδε του μηνός… ο στρατιώτης δείνα έπεσε μαχόμενος ηρωικώς στο τάδε μέτωπο».
Στην γιορτή, για να νιώση κανείς το γεγονός, δεν πρέπει να δουλεύη. Την Μεγάλη Παρασκευή λ.χ., εάν θέλη να νιώση κάτι, δεν πρέπει να κάνη τίποτε άλλο εκτός από προσευχή. Στον κόσμο οι καημένοι οι κοσμικοί την Μεγάλη Εβδοβάδα έχουν δουλειές. Μεγάλη Παρασκευή να δίνουν ευχές. «Χρόνια πολλά! Να ζήσετε! Με μία νύφη!».… Δεν κάνει! Εγώ την Μεγάλη Παρασκευή κλείνομαι στο Καλύβι. Όπως και μετά το Αγγελικό Σχήμα η εβδομάδα της ησυχίας που ακολουθεί, βοηθάει, γιατί ποτίζει η θεία Χάρις την ψυχή και καταλαβαίνει ο μεγαλόσχημος τί έγινε, έτσι και στις γιορτές η ησυχία πολύ βοηθάει.Μας δίνεται περισσότερη ευκαιρία να ξεκουρασθούμε λίγο, να μελετήσουμε και να προσευχηθούμε. Θα έρθη ένας καλός λογισμός, θα εξετάσουμε τον εαυτό μας, θα πούμε λίγο την ευχή και θα νιώσουμε έτσι κάτι από το θείο γεγονός της ημέρας.
[1]. Τροπάριο της στ΄ ωδής του β΄ κανόνος της εορτής των Εισοδίων της Θεοτόκου (21 Νοεμβρίου).
[2]. Βλ. Ματθ. 24, 44.
Αγ. Παϊσίου Αγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Α’ «Με Πόνο και Αγάπη»
Δείτε και άλλα Πατερικά Κείμενα πατώντας εδώ.
Για την ανάσταση του Λαζάρου
Γέροντος Ιωσήφ Βατοπεδινού
Θα σας ενθυμίσω ένα ωραίο ρητό του μεγάλου μας πατρός Επιφανίου Επισκόπου Κύπρου, το οποίον εξεφώνησε κάποτε στην αρχή ενός λόγου του. «Προ εξ ημερών του Πάσχα, δια των πέντε αισθήσεων, τον τετραήμερον ο τριήμερος, ταις δυσί τον έναν χαρίζεται».
Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, ο οποίος αποτελείωσε την Αποστολή Του και θεράπευσε το πανανθρώπινο τραύμα και σε έξι ημέρες θα παρεδίδετο στα πανάχραντα Του πάθη, όπου θα εσφράγιζε την επιτυχία της σωτηρίας μας, έδειξε, σαν προοίμιο σε μας τους μαθητές Του και γενικά σε όλον τον κόσμο, ότι υπάρχει ανάσταση νεκρών και ότι Αυτός είναι όντως «η Ανάστασις και η Ζωή».
Ακριβώς πριν από τα συνταρακτικά τούτα γεγονότα, της αναστάσεως δηλαδή του Κυρίου, προηγήθηκεν κατά έξι μέρες η ανάσταση του Λαζάρου, ο οποίος, όπως ξέρετε, ήταν φίλος του Χριστού. Και ο Σίμων ο λεπρός, ο Φαρισαίος, ο πατέρας του Λαζάρου, επειδή ήταν πιστός, αρεσκόταν ο Κύριος να συχνάζη στην οικία του και να έχη φιλικές σχέσεις με αυτήν την οικογένεια.
ανέστησε φυσικά τον Λάζαρο, όχι τόσο για να δείξη την δύναμη της θεοπρεπούς Του μεγαλωσύνης, άλλωστε το είχε κάνει και ενωρίτερα αυτό σε άλλες περιπτώσεις, αλλά για να δείξη ότι πλησιάζει το προοίμιο της συντριβής του θανάτου και της γενικής αναστάσεως της ανθρώπινης φύσεως και της αποκαταστάσεως συμπάσης της κτίσεως «της υποταγείσης εις την φθοράν» εξ αιτίας της πτώσεως του ανθρώπου.
Το ιστορικό γεγονός της αναστάσεως του Λαζάρου το φέρομε στην αναγωγή, καθώς πολλές φορές κάνουν οι Πατέρες μας ερμηνεύοντας την Γραφή, για να ορθάσωμεν έτσι σ’ ένα πόρισμα πνευματικό, το οποίο πολύ θα μας ωφελήση.
Κάθε τι το οποίο περιέχεται στην Γραφή, έχει πολλαπλές ερμηνείες.
Η ανάσταση του ιστορικού Λαζάρου έγινε τότε, αλλά αυτό, μεταφερόμενο στην αλληγορία, ενεργείται κάθε μέρα στις ψυχές των ανθρώπων. Η αναγωγή λοιπόν είναι η εξής. Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, ο οποίος είναι πάντοτε μαζί μας, όπως ο ίδιος ομολογεί, «ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας ημέρας, έως της συντέλειας του αιώνος», περιστρέφεται και ανασκοπεί του καθενός την κατάσταση και μυστικώς εκφράζει στις ουράνιες Του δυνάμεις και στους σεσωσμένους· «Λάζαρος ο φίλος ημών κεκοίμηται».
Κάθε ένας από μας είναι νεκρός Λάζαρος και φίλος του Ιησού μας, χάριν του ότι για μας εθυσιάσθη, για όλους ενδιαφέρεται. Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, ο παντογνώστης Θεός, ο πανάγαθος Δεσπότης και ο αληθινός μας πατέρας, βλέποντας την νέκρωση μας, συνεχώς φωνάζει προς τις ουράνιες δυνάμεις Του. «Λάζαρος ο φίλος ημών κεκοίμηται».
Τώρα ποιος από μας τους κεκοιμημένους θα είναι ικανός να προκαλέση την συμπάθεια Του, ούτως ώστε να επέμβη και να τον αναστήση; Γιατί αυτός μόνος Του ομολόγησε ότι, «εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή». Όπως αναφέρεται, όταν η αδελφή του Λαζάρου η μεγαλύτερη, η Μάρθα, αν και πίστευε στον Ιησού Χριστό, εν τούτοις, από το βόγγο του πόνου που έχασε τον μονάκριβο της αδελφό, ξεχνώντας την δύναμη της αναστάσεως που βρισκόταν σ’ Αυτόν, άρχισε να του λέη με παράπονο: «Κύριε, ει ης ώδε, ουκ αν απέθανε μου ο αδελφός».
Και ο Ιησούς απαντά: «Αναστήσεται ο αδελφός σου». Πάλιν αυτή δεν καταλαβαίνει το νόημα και επιμένει: «Ναι, Κύριε, ξέρω ότι στην έσχατη ημέρα της παλιγγενεσίας και αυτός θα αναστηθή». Τότε ο Ιησούς διακηρύττει: «Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή.
Λοιπόν αυτός είναι ο Ιησούς μας ο οποίος μένει μαζί μας σαν η αιωνία και μόνιμος ανάσταση και προσδοκά του καθενός μας την ανάσταση. Πότε θα στραφούμε προς Αυτόν να εκφράσωμε τον πόνο της νεκρώσεως μας, για να φωνάξη και σε μάς: «Λάζαρε, δεύρο έξω». Για να γίνη αυτό χρειαζόμαστε συμπαραστάτες, όπως είχε και ο Λάζαρος τις δύο αδελφές, την Μάρθα και την Μαρία.
Η μεν Μάρθα συμβολίζει κατά τους Πατέρες την πρακτική εργασία, την πρακτική μετάνοια και τα σωματικά έργα. Η δε Μαρία συμβολίζει την θεωρία, την πνευματική εσωστρέφεια μέσω της οποίας επικοινωνεί κάθε λογική ψυχή με τον Θεό.
Η πρακτική μετάνοια συνίσταται στον πόνο, στο πένθος και στο κλάμα «υπέρ των προτέρων αμαρτημάτων» και στο πένθος υπέρ της ανακτήσεως των αρετών και των χαρισμάτων, τα οποία κληρονομικά μας παρέδωσε ο Ιησούς μας και ανήκουν στον καθένα από μάς.
Ούπω γαρ εφανερώθη – λέγει ο άγιος Ιωάννης – τι εσόμεθα, άδαμεν δε, όταν φανερωθή, όμοιοι αυτώ εσόμεθα». Δηλαδή θα δούμε τον Κύριο μας στην ημέρα εκείνη της παλιγγενεσίας και θα είμεθα όμοιοι με αυτόν. «Ο Θεός εν μέσω Θεών» εκμαγεία του αρχετύπου.
Για να φθάσωμε σ' αυτήν την αξία, πρέπει, όπως είπα, να αποκτήσωμε πρωτίστως την συνεχή ειλικρινή πρακτική μετάνοια, που αυτή θα μας οδηγήση στην θεωρία. Επειδή πρακτικά αμαρτήσαμε, πρακτικά αρνηθήκαμε τον Ιησού μας, πρακτικά τον προσβάλαμε και τον προδώσαμε, πρακτικά τώρα να επιστρέψωμε πίσω και ν’ αποδείξωμεν ότι πλέον δεν θα ξανακάμψωμε τα γόνατα μας μπροστά σε κάθε είδωλο της αμαρτίας.
Είμεθα υπόχρεοι τώρα, ο καθ’ ένας από ‘μας, ν’ αποκτήσωμε τις δύο αδελφές, την πραγματική πράξη της μετανοίας που μας οδηγεί μακριά από κάθε παράβαση της εντολής. Άρνηση στον Θεό δεν υπάρχει από κανένα λογικό ον, και από αυτούς ακόμα τους άθεους, τους υλιστές, τους αναρχικούς.
Ας κομπάζουν με τα χείλη.
Δεν μπορούν ν’ αρνηθούν τον Θεό, διότι, για να μπορέσωμε να αρνηθούμε ένα πράγμα, πρέπει να είμαστε δυνατοί να το καταργήσωμε. Τότε θα καυχηθούμε πάνω στην απιστία μας ότι όντως αυτό δεν υπάρχει, το καταστρέψαμε.
Αν εμείς αρνηθούμε Αυτόν, λέει ο Παύλος, αυτός πιστός μένει. Ποία λοιπόν είναι η άρνηση αφού τα πράγματα είναι έτσι; Η άρνηση είναι στην παράβαση της εντολής.
Αυτό μας διδάσκει η παγκόσμια ιστορία. Και τα δύο στοιχεία, το ανθρώπινο και το αγγελικό, τα οποία κατέβησαν και συνετρίβησαν, δεν αρνήθησαν τον Θεό, αλλά την εντολή. Και ακριβώς η παράβαση της εντολής, που θεωρείται άρνηση, προκάλεσε την πτώση, την συντριβή και τον θάνατο. Τώρα και σε μας ο τρόπος της επιστροφής είναι η πρακτική ομολογία.
Από εκεί που πλανηθήκαμε και παρασυρθήκαμε και αρχίσαμε να παραβαίνουμε τις εντολές του Χριστού μας και καταρρακώσαμε την προσωπικότητα μας, από την Ίδια θύρα θα επιστρέψωμε. Να παύσωμε να αμαρτάνωμε, να τον αρνούμεθα και να τον προδίδουμε. Αφού φθάσωμε σ' αυτήν την κατάσταση δια της Χάριτος Του, τότε βαθύτερα μέσα στο είναι μας θα ριζώση η αίσθηση αυτή της μετανοίας που θα μας προκαλέση το πένθος και τον πόνο και το δάκρυ.
Τότε ο νους ελεύθερος από την επίδραση και την αιχμαλωσία των εξωτερικών σφαλμάτων, της εξωτερικής χρεωκοπίας, γυρίζει προς τον Θεό και συνεχώς πενθών ζητεί το έλεος Του και αυτή είναι η θέση της Μαρίας. Όταν οι δύο αδελφές αποκτηθούν, να είστε βέβαιοι ότι τότε ο Λάζαρος νους, το ψυχικό μας είναι, θα αναστηθή, όπως τότε στον ιστορικό Λάζαρο.
Και τότε, όπως αναφέρει το ευαγγέλιο, επισκέφθηκε ο Ιησούς μας την οικία του Λαζάρου και του παρέθεσαν εκεί τράπεζα και ο Λάζαρος «ην εις των συνανακειμένων». Έτσι και ο Λάζαρος νους θα ευρίσκεται μαζί με τον Ιησού μας στην πνευματική ευφροσύνη, εκεί όπου μας διαβεβαιώνει ότι «ετοιμάσω ημίν τόπον».
Εκεί στην ουράνια πανευφροσύνη, ως κληρονόμοι του Θεού και συγκληρονόμοι του Ιησού μας, θα ευρισκόμαστε και ‘μείς, όπως τότε ο Λάζαρος, στην ιδία τράπεζα «συνευοχούμενοι» και όχι πενθούντες για τον θάνατο, αλλά χαίροντες για την δική μας ανάσταση.
Ο καθένας από μας λοιπόν ας επισπεύση να απόκτηση χωρίς χρονοτροβή τις αρετές που αντιπροσωπεύουν οι δύο αδελφές, Μάρθα και Μαρία, που είναι ικανές να πείσουν τον Ιησού μας να παρουσίαση το πτώμα του νεκρού νου και να διάταξη ως Πανσθενουργός Λόγος το «Λάζαρε, δεύρο έξω» από τον τάφο της αναισθησίας και «είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου». Αμήν.
Πηγή: Γέροντος Ιωσήφ, Αθωνικά μηνύματα, Ψυχωφελή Βατοπεδινά, Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπεδίου, Άγιον Όρος 1999.