τοῦ κ. Σάββα Ἀλεξάνδρου,
Διευθυντοῦ Γραφείου Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λεμεσοῦ

Ὁ Σταυρός στήν Ὀρθόδοξη πίστη μας, τυγχάνει τοῦ ἀπόλυτου σεβασμοῦ καί τῆς ἀγάπης μας, διότι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ σταυρώθηκε ἐπάνω Του, χύνοντας τό αἷμα Του γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου. Μᾶς πληροφορεῖ σχετικά ὁ Ἀπ. Παῦλος στήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή Β΄16: « καί ἀποκαταλλάξῃ τούς ἀμφοτέρους ἐν ἑνί σώματι τῷ Θεῷ διά τοῦ σταυροῦ, ἀποκτείνας τήν ἔχθραν ἐν αὐτῷ». Δηλαδή, ὁ Χριστός ἦρθε γιά νά συμφιλιώσει μέ τόν Θεό τούς δύο λαούς, Ἰουδαίους καί Ἐθνικούς, ἑνωμένους σέ ἕνα πνευματικό σῶμα διά τοῦ Σταυροῦ, ἀφοῦ θανάτωσε στό πρόσωπό Του καί ἐξαφάνισε τήν ἔχθρα καί τό μῖσος. Ἑπομένως, κατά τήν Παύλειο Θεολογία, ὁ Σταυρός εἶναι σύμβολο ἑνότητας τῶν ἀνθρώπων. Σέ αὐτήν ἀκριβῶς τή θεολογική τοποθέτηση τοῦ Ἀπ. Παύλου βασισμένος, ὁ Μ. Ἀθανάσιος διακηρύττει: «Τέτοιο θάνατο ἔπρεπε ὁ Χριστός νά ὑποστεῖ, τόν Σταυρικόν, ὥστε πάνω στόν Σταυρό νά ἐκτείνει τά χέρια Του σέ μία μεγάλη ἀγκαλιά. Μέ τό Crucifixion by Theophanes the Cretanἕνα χέρι νά ἀγκαλιάσει τούς Ἰουδαίους καί μέ τό ἄλλο τούς Ἐθνικούς, γιά νά τούς ἑλκύσει κοντά του καί νά τούς ἐνώσει μεταξύ τους». Γιά αὐτό ἀκριβῶς τόν λόγο καί ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν, ὁ Ἀπ. Παῦλος, διακηρύττει στήν πρός Γαλάτας ἐπιστολή 6΄14 «ἐμοί δέ μή γένοιτο καυχᾶσθαι εἰμή ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι᾽ οὗ ἐμοί κόσμος ἐσταύρωται κἀγώ τῷ κόσμῳ».
Κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο, ὁ Σταυρός συνδέεται μέ τή Χριστολογική γέννηση τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπί τοῦ Σταυροῦ, ὡς γνωστόν, λογχίστηκε ὁ Χριστός καί ἀπό τήν πλευρά Του ἐξῆλθε αἷμα καί ὕδωρ. Καί τό μέν αἷμα ἐδείκνυε τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, τό δέ ὕδωρ τό μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος. Τά δύο μυστήρια ἀποτελοῦν τόν ἄξονα τῆς Ἐκκλησίας. Ἀξίζει νά τονιστεῖ πώς ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου συνέχει τούς νηπτικούς Πατέρες. Διαβάζουμε στό ἀρχαῖο γεροντικό τῆς Νιτρίας: «Διηγόταν, λοιπόν, ὁ ἀββᾶς Ἰωσήφ ὅτι τοῦ εἶπε ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ, ‘‘καθόμουν κάποτε κοντά στόν ἀββᾶ Ποιμένα καί τόν εἶδα νά περιπίπτει σέ ἔκσταση. Καί ἐπειδή εἶχα παρρησία πρός αὐτόν, τοῦ ἔβαλα μετάνοια καί τοῦ εἶπα• «Ἀββᾶ ποῦ εἶ;’’ Καί αὐτός ἀφοῦ ἀναγκάστηκε, μοῦ ἀνέφερε ὅτι, ‘‘ὁ λογισμός καί ἡ σκέψη μου ἦταν ἐκεῖ πού βρισκόταν ἡ Θεοτόκος στόν Γολγοθά καί στεκόταν καί ἔκλαιγε κάτω ἀπό τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, καί ἔτσι ἤθελα καί ἐγώ νά εἶμαι συνεχῶς κάτω ἀπό τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου καί νά κλαίω γιά τίς ἁμαρτίες μου».
Σπουδαῖες εἶναι καί οἱ θεολογικές παρατηρήσεις τῶν Θεοφόρων Πατέρων. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, διακηρύττει πώς ὁ Χριστός μέ τή σταύρωσή Του, ἔδεσε τόν διάβολο καί μᾶς ἀπάλλαξε ἀπό τήν τυραννίδα του καί γιά αὐτό καί ἐμεῖς γίναμε κληρονόμοι τῆς βασιλείας πού ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, σέ ἕναν ἐξαίρετο λόγο του πού ἐπιγράφεται «εἰς τόν Τίμιον καί ζωοποιόν Σταυρόν», δίνει ἐπιπρόσθετα τίς ἑξῆς θεολογικές τοποθετήσεις σέ σχέση καί συνάρτηση μέ τό ἱερότατο αὐτό σύμβολο τοῦ Χριστιανισμοῦ: «οὐδείς ποτέ τῷ Θεῷ κατηλλάγη χωρίς τῆς τοῦ Σταυροῦ δυνάμεως καί συνεργείας». Δηλαδή, μόνο μέ τή δύναμη τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ὑπερβεῖ τά πάθη του καί νά ζήσει κατά Θεόν. Καί αὐτό συμβαίνει, γιατί οἱ δαίμονες πού ἐνσπείρουν τούς κακούς λογισμούς καί ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο στό πάθος, τρέμουν τήν παρουσία τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ. Ὡς ἐκ τούτου, καί ὁ Μέγας Ἀντώνιος ἔλεγε γιά τούς δαίμονες ὅτι: ‘‘εἶναι πολύ δειλοί καί τρέμουν τήν παρουσία τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, γιά αὐτό νά σφραγίζετε τούς ἑαυτούς σας καί τά σπίτια σας μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ’’. Ἀκριβῶς αὐτή τήν πεποίθηση εἶχαν πάντα οἱ χριστιανοί. Δηλαδή, ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου εἶναι δύναμη καί γιά αὐτό καί ἔκαναν τόν σταυρό τους σέ ὁποιαδήποτε ἐνέργεια καί ἄν προέβαιναν. Ἔτσι, παραδείγματος χάριν ὁ Τερτυλλιανός πού ζεῖ τόν 2ο αἰώνα, γράφει τά ἑξῆς ἀποκαλυπτικά: «ἡμεῖς οἱ Χριστιανοί εἰς ὅλα τά ταξίδια καί τάς μετακινήσεις μας, εἰς πᾶσαν ἀναχώρηση καί ἐπιστροφή μας, ὅταν φορᾶμε τά ἐνδύματά μας, εἰς τό λουτρόν καί εἰς τό τραπέζι ὅπου ἀνάπτομε τόν λύχνον μας, ὅταν φορᾶμε τά ὑποδήματά μας, ὅταν καθήμεθα ἤ πλαγιάζομεν, εἰς ὅλας ἐν γένει τάς πράξεις τῆς καθημερινῆς μας ζωῆς, κάνουμε τό σημεῖον τοῦ Σταυροῦ». Τό ἔθιμο τοῦτο, ἔχει τήν ἀρχή του εἰς τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἐτονώθη διά τῆς συνηθείας καί πρέπει νά τηρεῖται μετά πίστεως.
Ἐξάλλου, τό ἱερό αὐτό σύμβολο τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, σημαίνει οὐσιαστικά τήν κατάργηση τῆς ἁμαρτίας. Ὑπογραμμίζει καί πάλι ὁ ἱερός Πατήρ: «Τοῦτο δέ ὁ τοῦ Χριστοῦ Σταυρός, ἡ τῆς ἁμαρτίας κατάργησις». Ἐπίσης, ὁ ἱερός Πατήρ ἀναφέρεται στή Γένεση καί συγκεκριμένα ἀπό τό κεφάλαιο 12,1, ὅπου ὁ Θεός εἶπε στόν Ἀβραάμ: «Φύγε ἀπό τήν πατρίδα σου καί ἀπό τούς συγγενεῖς σου καί ἀπό τόν πατρικό σου οἶκο καί ἐλθέ εἰς χώραν τήν ὁποία θά σού ὁρίσω καί θά σέ κάνω γενάρχη μεγάλου ἔθνους». Κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ἡ φυγή τοῦ Ἀβραάμ ἀπό τόν τόπο του, κατ’ ἐντολή Θεοῦ, ἀποτελεῖ προτύπωση τοῦ Σταυροῦ. Μέ τόν Ἀβραάμ παραλληλίζει ὁ ἱερός Πατήρ καί τόν μοναχό, ὁ ὁποῖος ἀναχωρεῖ ἀπό τόν κόσμο καί ἀπό τόν τόπο του. Αὐτή λοιπόν ἡ ἀναχώρηση εἶναι σταυρός. Ἐπισημαίνει χαρακτηριστικά, «τόν φυγόντα τόν κόσμον καί τήν πατρίδα αὐτοῦ ἀμεταστρεπτί καί τοῦτο σταυρός ἐστιν». Σταυρός, λοιπόν, εἶναι κατά τόν μεγάλο αὐτό Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας μας ὁ ἐμφιλόσοφος βίος, δηλαδή ἡ μοναχική πολιτεία. Ἐπίσης, ἀφορμώμενος ἀπό τήν Παύλειο Θεολογία, ὅπου «σταυρός ἐστιν τό σταυρῶσαι τήν σάρκαν σύν τοῖς παθήμασιν καί ταῖς ἐπιθυμίαις», θεωρεῖ ὅτι ὁ ἀγώνας κατά τῶν παθῶν εἶναι σταυρός. Ἐπίσης, ἀνατρέχοντας στήν «Ἔξοδο» καί συγκεκριμένα στό 3, 1-5, ὅπου ἄγγελος ἐμφανίστηκε στό ὄρος Χωρήβ ὑπό τή μορφή πυρός πού ἐξέρχετο ἀπό μία βάτο, ἡ ὁποία ἐφλέγετο καί δέν κατεφλέγετο, καί ὅπου ὁ Θεός ὅταν εἶδε ὅτι ὁ Μωυσῆς πλησίασε γιά νά δεῖ τό φαινόμενο τῆς βάτου, ἐφώναξε σέ αὐτόν ἐκ μέσου τῆς βάτου καί τοῦ εἶπε: «μή πλησιάσεις ἐδῶ. Λῦσε καί βγάλε τά ὑποδήματά σου, διότι ὁ τόπος ὅπου ἵστασαι εἶναι γῆ ἁγία». Αὐτός ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, φανέρωνε τόν ἁγιασμό πού ἔμελλε νά ἐπέλθει στή γῆ διά τοῦ Σταυροῦ. Ὑπογραμμίζει καί πάλι ὁ ἱερός Πατήρ: «Ὁ λόγος οὗτος ἐδήλου τόν ἁγιασμό ὡς ἔμελλε ἔσεσθαι διά τοῦ Σταυροῦ». Ἐπίσης, καί πάλι ἀφορμᾶται ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη καί συγκεκριμένα ἐκεῖ ὅπου ὁ Θεός διατάσσει τόν Ἀβραάμ νά θυσιάσει τόν γιό του τόν Ἰσαάκ. Στό τέλος ἄγγελος Κυρίου ζητᾶ ἀπό τόν Ἀβραάμ νά μήν ἐπιβάλει τήν χεῖρα του στό παιδί καί τότε ὁ Ἀβραάμ βλέπει ἕναν κριό, πού εἶχε τά κέρατά του μπερδεμένα σέ ἕνα φυτό, πού λεγόταν «Σαβέκ». Ἀφορμώμενος λοιπόν ἀπό αὐτό τό γεγονός, πού καταγράφεται στό 22, 12-13 κεφάλαιο τῆς Γενέσεως, στίχοι 1-5, ἀναφέρει• «Μή ἐπιβάλῃς τήν χεῖρά σου ἐπί τό παιδάριον μηδέ ποιήσῃς αὐτῷ μηδέν• νῦν γάρ ἔγνων, ὅτι φοβῇ σύ τόν Θεόν καί οὐκ ἐφείσω τοῦ υἱοῦ σου τοῦ ἀγαπητοῦ δι᾽ ἐμέ• καί ἀναβλέψας Ἀβραάμ τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ εἶδε, καί ἰδού κριός εἷς κατεχόμενος ἐν φυτῷ Σαβέκ τῶν κεράτων• καί ἐπορεύθη Ἀβραάμ καί ἔλαβε τόν κριόν καί ἀνήνεγκεν αὐτόν εἰς ὁλοκάρπωσιν ἀντί Ἰσαάκ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ». Δηλαδή ὁ κριός, πού δόθηκε ἀπό τόν Θεό, ὥστε αὐτός νά θυσιαστεῖ στή θέση τοῦ Ἰσαάκ, προτύπωνε τόν ἀμνό τοῦ Θεοῦ, πού θά δινόταν πρός σφαγή διά τή σωτηρία μας. Τέλος, τό φυτό «Σαβέκ», πού σημαίνει φυτό ἀφέσεως, προτύπωνε τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, διά τοῦ ὁποίου θά ἔδινε στόν κόσμο ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν.
Ἐπίσης, πάλιν ἀφορμώμενος ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη καί συγκεκριμένα ἀπό τήν Ἔξοδο 14,15-16, ὅπου ὁ Θεός λέει στόν Μωυσῆ: «τί φωνάζεις πρός ἐμέ προσευχόμενος; Εἰπέ στούς Ἰσραηλίτες νά ἑτοιμασθοῦν διά νά ἀναχωρήσουν σύ δέ σήκωσε τή ράβδο σου, ἅπλωσε τό χέρι σου εἰς τή θάλασσα καί διαχώρισε αὐτήν εἰς τά δύο. Καί ἀφοῦ διαχωρισθεῖ ἡ θάλασσα, ἄς εἰσέλθουν οἱ Ἰσραηλίτες εἰς τήν ξηρά διά μέσου αὐτῆς τῆς ὁδοῦ». Ὡς ἐκ τούτου, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς δίνει τήν ἑξῆς θεολογική διάσταση σέ αὐτό τό θαῦμα: «Ὁ Μωϋσῆς, ξύλῳ καί ὕδατι τόν Ἰσραηλιτικό λαό ἔσωσε, τῷ μέν ξύλῳ τόν Σταυρόν προφαῖνον τῷ δέ ὕδατι, τό θεῖο βάπτισμα». Δηλαδή, τό ξύλο, ἡ ράβδος τοῦ Μωυσῆ, προτύπωνε τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ τό νερό τῆς θάλασσας προτύπωνε τό νερό τοῦ βαπτίσματος.
Ἐπιπρόσθετα, ὁ ἱερός Πατήρ μᾶς πληροφορεῖ ὅτι τό σχῆμα τοῦ σώματος τοῦ Μωυσῆ κατά τή διάρκεια τῆς μάχης κατά τῶν Ἀμαληκιτῶν προτύπωνε τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, πού ἔμελλε νά κατισχύσει τόν νοητό Ἀμαλήκ, δηλαδή τόν διάβολον (Ἔξοδος,17,10-14). «Καί ἐποίησεν Ἰησοῦς καθάπερ εἶπεν αὐτῷ Μωυσῆς, καί ἐξελθών παρετάξατο τῷ Ἀμαλήκ• καί Μωυσῆς καί Ἀαρών καί Ὤρ ἀνέβησαν ἐπί τήν κορυφήν τοῦ βουνοῦ. καί ἐγίνετο ὅταν ἐπῆρε Μωυσῆς τάς χεῖρας, κατίσχυεν Ἰσραήλ• ὅταν δέ καθῆκε τάς χεῖρας, κατίσχυεν Ἀμαλήκ. αἱ δέ χεῖρες Μωυσῆ βαρεῖαι• καί λαβόντες λίθον ὑπέθηκαν ὑπ᾽ αὐτόν, καί ἐκάθητο ἐπ᾽ αὐτοῦ, καί Ἀαρών και Ὤρ ἐστήριζον τάς χεῖρας αὐτοῦ, ἐντεῦθεν εἷς καί ἐντεῦθεν εἷς• καί ἐγένοντο αἱ χεῖρες Μωυσῆ ἐστηριγμέναι ἕως δυσμῶν ἡλίου• καί ἐτρέψατο Ἰησοῦς τόν Ἀμαλήκ καί πάντα τόν λαόν αὐτοῦ ἐν φόνῳ μαχαίρας• εἶπε δέ Κύριος πρός Μωυσῆν• κατάγραψον τοῦτο εἰς μνημόσυνον ἐν βιβλίῳ καί δός εἰς τά ὦτα Ἰησοῦ, ὅτι ἀλοιφῇ ἐξαλείψω τό μνημόσυνον Ἀμαλήκ ἐκ τῆς ὑπό τόν οὐρανόν». Ὁ ἱερός Πατήρ θεωρεῖ πώς ὁ χαλκοῦς ὄφις προτύπωνε τόν σταυρωμένο Κύριο, βασισμένος στό κατά Ἰωάννη Εὐαγγέλιο στό 3ο κεφάλαιο στίχ. 3, 14-15: «καί καθώς Μωϋσῆς ὕψωσε τόν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον»
Τέλος, κατά τόν Πατέρα αὐτόν τῆς Ὀρθοδοξίας μας, τόν Σταυρό βιώνει ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος πού ἀποφεύγει νά κάνει ὁτιδήποτε δέν ἀρέσει στόν Θεό. Ἔχοντας, λοιπόν, ὑπόψιν του τά πιό πάνω, ὁ ἱερός Πατήρ ἀποφαίνεται ὅτι oἱ αἱρετικοί ἀνοήτως ἀρνοῦνται τή χάριν καί τή δύναμη τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οἱ αἱρετικοί μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, πού στή δική τους μετάφραση τοῦ «Νέου Κόσμου», τόσο εἶναι τό μίσος τους γιά τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου, πού τή λέξη σταυρός τήν ἀντικατέστησαν μέ τή λέξη «ξύλο βασανισμοῦ». Ἐξάλλου, ἀξιόλογες ἀπό θεολογική ἄποψη εἶναι καί οἱ τοποθετήσεις τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ νέου θεολόγου γιά τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου. Ὑποστηρίζει συγκεκριμένα ὁ ἱερός Πατήρ: «τάδε εἰσίν ὁ Σταυρός , ἤγουν ἡ νέκρωσις τῶν μελῶν ἡμῶν ἐκ τοῦ κόσμου παντός, αἱ θλίψεις, οἱ πειρασμοί. Ἐάν ταῦτα πάντα ἐν ὑπομονῇ πολλῇ ὑποφέρομεν, τά τοῦ Χριστοῦ παθήματα μιμούμεθα καί διά τούτων ἁπάντων δοξάζομεν τόν Θεόν καί Πατέρα ἡμῶν ὡς υἱοί Αὐτοῦ χάριτι καί συγκληρονόμοι Χριστοῦ». Δηλαδή, αὐτός εἶναι ὁ Σταυρός, τό νά νεκρωθοῦμε ὡς πρός τίς ἡδονές τοῦ κόσμου τούτου. Αὐτή ἀκριβῶς τή διάσταση τοῦ Σταυροῦ ἔζησαν καί ζοῦν οἱ ἀσκητές. Ὄχι ἁπλά ἀπέφευγαν τίς ἡδονές τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλά αὐτήν ἀκόμα τήν τροφή τή λάμβαναν μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε νά μήν αἰσθάνονται γιά αὐτή σωματική εὐχαρίστηση. Διαβάζουμε στό ἀρχαῖο γεροντικό τῆς Νιτρίας: «Περπατώντας ὁ ἀββᾶς Πίωρ ἔτρωγε καί ὅταν ρωτήθηκε, γιατί τό ἔκανε ἀπάντησε• γιά νά μήν αἰσθάνομαι σωματική ἡδονή ἀπό τή λήψη τῆς τροφῆς».
Σταυρός εἶναι ἐπίσης κατά τόν Ἅγιο οἱ θλίψεις καί οἱ πειρασμοί. Γιά αὐτό ἀκριβῶς οἱ Ἅγιοι δέν γόγγυζαν, ὅταν ἀρρωστοῦσαν ἤ ὅταν δέχονταν πειρασμούς, ἀλλά ὑπέμεναν τόν σταυρό τους θεοπρεπῶς καί ἀξιοπρεπῶς.
Ὁ ἄνθρωπος τοῦ πόνου καί τῆς θλίψης πού κρατᾶ τόν σταυρό του θεοπρεπῶς εἶναι μιμητής τῶν παθῶν τοῦ Χριστοῦ καί γίνεται παιδί κατά χάριν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εἶναι ὁ ὅσιος Βενιαμίν, ὁ γέροντας τοῦ ὄρους τῆς Νιτρίας, πού ἀρρώστησε μέ ὑδρωπικία. Ἐνῶ ὅλοι οἱ ἄλλοι γύρω του θλίβονταν, ὁ ἴδιος μέ πραότητα καί ὑπομονή ἀντιμετώπισε τήν ἀρρώστια δοξολογώντας τόν Θεό. Τό δέ θαυμαστό εἶναι πώς, ἐνῶ ὁ ἴδιος ἦταν ἄρρωστος, μέχρι τό τέλος τοῦ βίου του θεράπευε θαυματουργικά ἀρρώστους.
Τέλος, ἀξιόλογη εἶναι καί ἡ θεολογική τοποθέτηση τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τῆς Κροστάνδης ἀναφορικά μέ τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου. Σημειώνει ὁ Ἅγιος: «στήν Καινή Διαθήκη, ὁ Κύριος μέ τή Σταύρωση καί τήν Ἀνάστασή Του, μᾶς ἀποκάλυψε ὅτι ἡ ἑκούσια ἀποδοχή τῶν συμφορῶν μπορεῖ νά γίνει ἔκφραση ὑψίστης ἀγάπης, ἀπόδειξη ἀπεριόριστης ἐμπιστοσύνης στόν Θεό, ἀσφαλής πορεία πρός τήν κάθαρσιν καί τόν τελικό θρίαμβο. Ἡ ὑψηλότερη μορφή προσωπικοῦ ἡρωισμοῦ εἶναι τό μαρτύριο πού οὐσιαστικά εἶναι ὁδός ἑνώσεως μέ τόν Χριστό καί συσταύρωσις μέ Αὐτόν». Καί καταλήγει ὡς ἑξῆς: «κοιτάζοντας τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, σκέψου τήν ἐσταυρωμένη ἐπάνω του ἀγάπη, σκέψου τή μακαριότητα στήν ὁποία μᾶς καλεῖ. Σκέψου, ἀπό ποιά τυραννία μᾶς ἐξαγόρασε. Ὅπου σταυρός , ἐκεῖ καί ἀγάπη. Μέσα στόν ναό, βλέπετε παντοῦ σταυρούς, γιά νά αἰσθάνεσθε πώς βρίσκεστε στόν οἶκο τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης, στόν οἶκο τῆς ἐσταυρωμένης ἀγάπης. Ὅπως ὅλο τό φῶς βρίσκεται συγκεντρωμένο στόν ἥλιο, ἔτσι καί στόν Σταυρό βρίσκεται συγκεντρωμένη ὅλη ἡ ἀγάπη τοῦ Παντοκράτορος Θεοῦ. Ἐάν ὁ Θεός ἔδωσε τόν Υἱό του γιά μᾶς, τότε πῶς μαζί μέ Αὐτόν δέν θά μᾶς τά δώσει ὅλα; Μετά τό πάθος τοῦ Κυρίου, ὁ Σταυρός ἔγινε τό σύμβολό Του. Ἔγινε ὅπλο στόν ἀγώνα ἐνάντια στόν διάβολο. Σχηματίζοντας τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, πίστευε πώς πάνω σέ Αὐτόν εἶναι καρφωμένα τά πάθη σου καί οἱ ἁμαρτίες σου. Ὅταν πέσεις σέ κάποιο ἁμάρτημα, ἀμέσως νά κατακρίνεις τόν ἑαυτό σου καί συγχρόνως νά τόν σφραγίσεις μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ. Χρησιμοποίησε αὐτά τά δύο σάν πρῶτα μέσα μετάνοιας καί σωτηρίας».
Μεγάλη λοιπόν ἡ δύναμη καί ἡ χάρη τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, γιά αὐτό καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, κινούμενος μέσα στό πνεῦμα τοῦ Χριστιανισμοῦ, πού τιμᾶ, σέβεται, ἀγαπᾶ καί πιστεύει στή δύναμη τοῦ Σταυροῦ, γράφει πρός τούς Γαλάτας ἐπιστολή 6, 14: «ἐμοί δέ μή γένοιτο καυχᾶσθαι, εἰμή ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ».

Παράκληση τεύχος 111