του κ. Θωμά Π. Αναστασίου, Θεολόγου
«Ἰδού νυν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Β' Κορ. 6:2) από κοινού συμπόρευση του πληρώματος της Εκκλησίας στη χαριτόβρυτο περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και πιο συγκεκριμένα η βίωση των απολυτρωτικών αχράντων παθών και της Θεόσωμης ταφής του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού και εφέτος με τη χάρη του Τριαδικού Θεού έχουν παρέλθει. Μία καινή περίοδος ξετυλίγεται για το πλήρωμα της Εκκλησίας συνεχής, κατά την οποία οι πιστοί καλούνται να συμπορευθούν μαζί με τον σωτήρα Χριστό στη χαραγμένη διά της Αναστάσεως οδό της σωτηρίας.
Τόσο οι κινητές όσο και οι ακίνητες εορτές του ετήσιου εορτολογικού κύκλου έχουν ως σκοπό να φανερώσουν στο πλήρωμα της Εκκλησίας την Αποκάλυψη του Τριαδικού Θεού και την άφατη φιλανθρωπία Του ένεκα του σχεδίου της Θείας Οικονομίας για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Εναργέστερα η φιλανθρωπία του Θεού πραγματώνεται κατά την εκκλησιαστική περίοδο του Πεντηκοσταρίου. Η περίοδος αυτή έχει ως αφετηρία τη σωτηριώδη Ανάσταση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού για το ανθρώπινο γένος. Περατώνεται και ταυτόχρονα εκτείνεται δυναμικά ανά τους αιώνες με την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος στους Αποστόλους.
Η ιστορία της εορτής της Πεντηκοστής έχει τις απαρχές της στον αρχαίο Ιουδαϊσμό. Πέρα από τη θρησκευτική σπουδαιότητα και πνευματική αξία που κατείχε η εορτή της Πεντηκοστής στην αντίληψη του περιούσιου λαού του Θεού είχε συνδεθεί άμεσα με τον κύκλο της φύσης, τη βιοτική μέριμνα και τις αγροτικές τους ασχολίες. Έτσι η ιουδαϊκή εορτή της Πεντηκοστής, η οποία εορταζόταν επτά εβδομάδες μετά τη δεύτερη μέρα του εβραϊκού Πάσχα, που σύμφωνα με τον μωσαϊκό νόμο έπρεπε να προσφέρουν ως θυσία ένα δεμάτι κριθαριού στον Θεό, σήμαινε «την εορτή της ανοιξιάτικης ανάστασης του κόσμου και της φύσης... τη μετάβαση από την άνοιξη στο καλοκαίρι, τη γιορτή της νίκης του ηλίου και του φωτός, τη γιορτή της κοσμικής πληρότητας», προτυπώνοντας έτσι έκδηλα το απολυτρωτικό σχέδιο του Τριαδικού Θεού.
Προϊόντος δε του χρόνου στην εποχή του Κυρίου η εορτή της πεντηκοστής στην αντίληψη του λαού έλαβε μία άλλη έννοια. Κατ' αυτήν την περίοδο ενθυμούνταν και εόρταζαν το γεγονός της παραδόσεως των δέκα εντολών στον Μωυσή από τον Θεό στο όρος Σινά. Αυτό το γεγονός επιφύλασσε μία νέα διαθήκη και εγκαινίαζε μία νέα διάβαση πνευματικής φύσεως για τη σωτηρία του λαού του Θεού, η οποία επρόκειτο να τελειωθεί διά του Χριστού και εν Αγίω Πνεύματι.
Συνολικά η περίοδος του Πεντηκοσταρίου αποτελείται από επτά εβδομάδες συν μία μέρα, δηλαδή πενήντα ημέρες, από τις οποίες πήρε και το όνομά της η περίοδος αυτή. Κάθε εβδομάδα έχει ένα ξεχωριστό όνομα, το οποίο παίρνει από την ομώνυμη ευαγγελική περικοπή κάθε Κυριακής. Οι ακολουθίες αυτές των επτά εβδομάδων από την Κυριακή της Αναστάσεως μέχρι και την εβδομάδα της Πεντηκοστής, απαρτίζουν το ομώνυμο υμνολογικό βιβλίο, το οποίο χρησιμοποιείται κατά κόρον στην τέλεση των ιερών ακολουθιών της περιόδου αυτής. Βέβαια, πρέπει να σημειώσουμε ότι αργότερα στο υμνολογικό βιβλίο του Πεντηκοσταρίου προστέθηκε από τους Πατέρες της Εκκλησίας και η ακολουθία της Κυριακής των Αγίων Πάντων.
Οι πρώτες τρεις ευαγγελικές περικοπές θα μπορούσαμε να πούμε ότι τεχνικά έλκονται και σχετίζονται από ερμηνευτικής απόψεως με το κοσμοσωτήριο γεγονός της Αναστάσεως και οι υπόλοιπες με την Πεντηκοστή. Έτσι οι ευαγγελικές περικοπές της Κυριακής του Θωμά και των Μυροφόρων έχουν ως σκοπό κατά κύριο λόγο να διατρανώσουν το γεγονός της Αναστάσεως χωρίς να αφήνουν καμία αμφιβολία. Οι επόμενες ευαγγελικές περικοπές των Κυριακών του Παραλύτου, της Σαμαρείτιδος, του Τυφλού και των αγίων 318 θεοφόρων πατέρων των εν Νικαία επιλέγηκαν από τους πατέρες για δύο λόγους. Πρώτον, τα γεγονότα και τα θαύματα που περιγράφονται σε αυτές τις ευαγγελικές περικοπές συνέβηκαν κατά την αντίστοιχη ιουδαϊκή περίοδο της Πεντηκοστής. Δεύτερον, αυτές οι ευαγγελικές περικοπές αλληγορικώς αναφέρονται στη δόξα του Τριαδικού Θεού και στο βάπτισμα του Αγίου Πνεύματος. Όπως είναι γνωστό, οι τρεις περικοπές του Παραλύτου, της Σαμαρείτιδος και του Τυφλού έχουν να κάνουν με τη θαυματουργική μεταμόρφωση του ύδατος για τον άνθρωπο. Εδώ βέβαια το ύδωρ υποδηλώνει τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος διά του μυστηρίου του Βαπτίσματος.
Η περίοδος του Πεντηκοσταρίου, από την αρχή της με τον θρίαμβο της Αναστάσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού επί του θανάτου και της φθοράς μέχρι και το τέλος της με την εορτή της Κυριακής των Αγίων Πάντων, σημαίνεται ως η εκπλήρωση του οικονομικού σχεδίου του Θεού, το οποίο εκτείνεται δι’ Υιού και εν Αγίω Πνεύματι ανά τους αιώνες. Έτσι με την Ανάσταση του Χριστού σπείρεται στα ενδόμυχα της ανθρώπινης φύσης μία καινή διαθήκη, η οποία ερμηνεύεται ως η ελπίδα και η δυνατότητα συν Θεώ, εφόσον «συνεργοὶ Θεοῦ ἐσμεν» (Α' Κορ. 3, 9) της επαναγωγής και επαναμόρφωσης της φθαρείσας φύσης εις την προτέραν κατάσταση. Μπολιάζεται το ανθρώπινο είναι με αυτή την ελπίδα και με τον θρίαμβο της ζωής επί του θανάτου λαμβάνοντας έτσι η βασιλεία του Θεού που βρίσκεται δυνάμει ήδη μέσα μας (Λουκ. 17, 21) μία δυνητική ενεργητικότητα, προκαλώντας τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά να ταυτίσει το σώμα του με το σώμα του Θεανθρώπου Ιησού, δηλαδή την Εκκλησία. Σαράντα ημέρες μετά την Ανάστασή του ο Κύριος ανελήφθη στους ουρανούς. Το θαυμαστό αυτό γεγονός εορτάζει η Εκκλησία μας σαράντα ημέρες μετά την Κυριακή της Αναστάσεως, ημέρα Πέμπτη κατά την εβδομάδα του Τυφλού. Το γεγονός αυτό της Θεόσωμης Αναλήψεως του Κυρίου καθιστά τη σύμπασα ανθρωπότητα, την οποία έλαβε ο Χριστός κατά την ενανθρώπησή του αχωρίστως, ατρέπτως, αδιαιρέτως και αμερίστως δυνητικό δαιτυμόνα της Βασιλείας των Ουρανών. Η Ανάληψη του Κυρίου υποδεικνύει στον άνθρωπο μέχρι που μπορεί να φτάσει με τη χάρη του Θεού.
Η τελευταία εορτή της περιόδου, η κάθοδος δηλαδή του Αγίου Πνεύματος στους αποστόλους, όπως είχε προαναγγείλει ο Κύριος πριν από την Ανάληψή του, εν είδει πυρίνων γλωσσων στις κεφαλές τους, αποτελεί για την Εκκλησία «επαγγελίας συμπλήρωσιν». Το Πνεύμα της αληθείας είναι αυτό που ανοίγει τον δρόμο για τη διαρκή παρουσία του Χριστού στο ιστορικό γίγνεσθαι μέσω της εκκλησιαστικής κοινότητας, δηλαδή μέσω της Εκκλησίας ως σώμα με κεφαλή τον Χριστό. Έτσι ο άνθρωπος μετέχοντας οντολογικά της εκκλησιαστικής κοινότητας τρέφεται με τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος, δηλαδή τα ιερά Μυστήρια με αποτέλεσμα να μορφώνεται στην καρδία κάθε ανθρώπου ο ζωοδότης Χριστός.
Έτσι η χάρις του Παναγίου Πνεύματος αυτό αποδεικνύει περίτρανα, τη χορεία των Αγίων Πάντων τους οποίους γεραίρει η στρατευόμενη Εκκλησία την επόμενη Κυριακή της Πεντηκοστής. Οι Άγιοι της Εκκλησίας μας κατόρθωσαν με τη χάρη του Θεού να γίνουν άνθρωποι πνευματοφόροι, μιμούμενοι τους αποστόλους «προσκαρτεροῦντες ὁμοθυμαδὸν τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει»(Πρ. 1, 14) με καρτερία, προσφέροντας τον εαυτό τους «θυσίαν ζῶσαν, ἁγίαν, εὐάρεστον τῷ Θεῷ»(Ῥωμ. 12, 1), για να καταστούν «θείας φύσεως κοινωνοί»(Β' Πετρ. 1, 4). Ας ακολουθήσουμε και εμείς, λοιπόν, το λαμπρό παράδειγμα των αγίων της Εκκλησίας μας προσκαρτερούντες παρακλητικά την κάρπωση των δωρεών του Αγίου Πνεύματος γενόμενοι πραγματικά μέλη του σώματος του Χριστού εις τους αιώνας των αιώνων.