(Ῥωμ. ε΄ 1-10)

Ἀδελφοί, δικαιωθέντες ἐκ πίστεως εἰρήνην ἔχομεν πρὸς τὸν Θεὸν διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι΄ οὗ καὶ τὴν προσαγωγὴν ἐσχήκαμεν τῇ πίστει εἰς τὴν χάριν ταύτην ἐν ᾗ ἑστήκαμεν, καὶ καυχώμεθα ἐπ΄ ἐλπίδι τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ. Οὐ μόνον δέ, ἀλλὰ καὶ καυχώμεθα ἐν ταῖς θλίψεσιν, εἰδότες ὅτι ἡ θλῖψις ὑπομονὴν κατεργάζεται, ἡ δὲ ὑπομονὴ δοκιμήν, ἡ δὲ δοκιμὴ ἐλπίδα· ἡ δὲ ἐλπὶς οὐ καταισχύνει, ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν διὰ Πνεύματος ἁγίου τοῦ δοθέντος ἡμῖν· ἔτι γὰρ Χριστὸς ὄντων ἡμῶν ἀσθενῶν ἔτι κατὰ καιρὸν ὑπὲρ ἀσεβῶν ἀπέθανεν. Μόλις γὰρ ὑπὲρ δικαίου τις ἀποθανεῖται· ὑπὲρ γὰρ τοῦ ἀγαθοῦ τάχα τις καὶ τολμᾷ ἀποθανεῖν· συνίστησιν δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς ἡμᾶς ὁ Θεὸς ὅτι ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανεν. Πολλῷ οὖν μᾶλλον δικαιωθέντες νῦν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ σωθησόμεθα δι΄ αὐτοῦ ἀπὸ τῆς ὀργῆς. Εἰ γὰρ ἐχθροὶ ὄντες κατηλλάγημεν τῷ Θεῷ διὰ τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, πολλῷ μᾶλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα ἐν τῇ ζωῇ αὐτοῦ.

Ερμηνεία

Η σημερινή αποστολική περικοπή ανήκει στα τεμάχια εκείνα που συντελούν στην κατανόηση της διδασκαλίας της Αγίας Γραφής και μάλιστα της προς Ρωμαίους επιστολής του αποστόλου Παύλου. Ο αθάνατος και άναρχος Θεός, η απέραντη μεγαλοσύνη, ο Δημιουργός όλου του κόσμου, εμάς, που ήμασταν βουτηγμένοι μέσα στην αμαρτία, τους αγνώμονες και παρήκοους, τόσο πολύ αγάπησε, ώστε να θυσιασθεί πάνω στον Σταυρό για τη λύτρωσή μας. «Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἴνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀποληται, ἀλλ’ ἔχη ζωὴν αἰώνιον», διακηρύσσει ο ευαγγελιστής Ιωάννης (3, 16).
Paulos apostolosΟ απόστολος Παύλος, που είχε ο ίδιος δοκιμάσει την ευσπλαχνία του Θεού, χρησιμοποιεί τη λέξη «απέθανε» για να φανερώσει την ανυπέρβλητη αγάπη του Θεού προς όλους τους ανθρώπους. Ο Μέγας Φώτιος λέγει πως ο Απόστολος, όταν πρόκειται να μιλήσει για θάνατο απλών ανθρώπων, χρησιμοποιεί τη λέξη «κοίμησιν» (Α' Θεσ. 4, 13), ενώ για τον θάνατο του Χριστού επιλέγει το ρήμα «απέθανεν», «ίνα το πάθος πιστώσηται». Ο θάνατος του Κυρίου δημοσιεύει το πέλαγος της θείας αγάπης προς το ανθρώπινο γένος. Η συγχώρηση των αμαρτημάτων μας με τη σταυρική θυσία του Χριστού είναι ανυπόκριτο σημείο της αγάπης του.
Τα σημάδια της αγάπης του Θεού
Ο παντοδύναμος υιός του Θεού μπορούσε και χωρίς τη δική του ενανθρώπηση να απαλλάξει τον άνθρωπο από τη θνητότητα και τη δουλεία του διαβόλου. Όλα μπορεί να τα πραγματοποιήσει με τη δύναμη των λόγων του και όλα υπόκεινται στη δική του εξουσία. «Οἶδα ὅτι πάντα δύνασαι, ἀδυνατεῖ δὲ σοὶ οὐδὲν», λέγει ο Ιώβ (42, 2). Αλλά ο ασφαλέστερος προς τη φύση και την ασθένειά μας τρόπος και ο καταλληλότερος για τον ενεργούντα Θεό ήταν η ενανθρώπησή του. Όπως ο διάβολος από φθόνο πολέμησε τα πλάσματα του Θεού, έτσι ο αρχηγός της ζωής, ο Χριστός, από υπερβολική φιλανθρωπία και αγαθότητα, έγινε άνθρωπος για τη σωτηρία μας. Καταδέχθηκε και πήρε την πεσμένη φύση μας, εκτός από την αμαρτία, την θεράπευσε και της χάρισε τη θέωση. Να το πρώτο σημάδι της αγάπης του Θεού.
Ένα άλλο τεκμήριο της αγάπης του Θεού είναι το πάθος και ο θάνατος του Χριστού. Ο πονηρός μας έφερε τον θάνατο της ψυχής και του σώματος, ενώ ο Χριστός με τον Σταυρό του μας έφερε την Ανάσταση. Απάλλαξε τον άνθρωπο από τον πνευματικό θάνατο και του έδωσε σαφή υπόσχεση, αφού ο ίδιος αναστήθηκε, πως θα αναστηθεί κι εκείνος κατά τη Δευτέρα Παρουσία (Ἰω. 5, 28).
Ο Μέγας Φώτιος σχολιάζοντας το σημάδι αυτό της αγάπης του Θεού γράφει: «Έχουμε χρέος να υπεραγαπάμε τον Θεό. Εάν χρειασθεί για την αγάπη αυτή κάτι να πάθουμε, να μην απομακρυνθούμε "τοῦ πρὸς αὐτὸν ἔρωτος". Είμαστε υποχρεωμένοι απέναντί του, γιατί πρώτος αυτός μας αγάπησε και μάλιστα σε μια εποχή που ήμασταν εχθροί και πολέμιοί του. Είδες υπερβολή αγάπης; Είδες πόσο είναι το χρέος; Πρόσθεσε και κάτι ακόμα. Όχι μόνο μας αγάπησε, αλλά και ατιμάσθηκε για μας και ραπίσθηκε και σταυρώθηκε και συγκαταριθμήθηκε με τους νεκρούς, και με όλα αυτά, "τὸν περὶ ἠμᾶς παρέστησε ἔρωτα". Ω της αγάπης που κατέπληξε τους αγγέλους, που ανύψωσε τους ανθρώπους στον ουρανό, που κατήργησε την τυραννία των δαιμόνων». Έστω κι αν είχαμε μύριες ζωές και τις προσφέραμε στον Χριστό, πάλι θα ήμασταν χρεώστες απέναντί του.
Οι δεσμεύσεις της αγάπης του Χριστού
Πρώτα απ’ όλα να υπομένουμε τις διάφορες θλίψεις, που προκαλούνται από την ιδιότητά μας ως μέλη του σώματος του Χριστού. Ο Χριστός υπέφερε για μας που ήμασταν αχάριστοι και πολέμιοί του, ενώ εμείς θλιβόμαστε «υπέρ ευεργέτου και εραστού». Οι ταλαιπωρίες μας που είναι για τον Χριστό, γίνονται ευχάριστες, «εἰδότες ὅτι ἡ θλίψις ὑπομονὴν κατεργάζεται» (Ῥωμ. 5, 3). Η ελπίδα, που γεννιέται από τις κατά Χριστόν θλίψεις αποδεικνύεται βεβαιότερη και ασφαλέστερη. Ο άνθρωπος, με την πείρα του γεύεται τις δωρεές του Θεού. Πάντοτε να έχουμε κατά νου πως κανείς άλλος δεν μπορεί να μας σώσει, παρά μόνον Εκείνος, ο οποίος τόσο πολύ μας αγάπησε, ώστε να θυσιάσει και τον εαυτό του για μας. Αυτή η διαπίστωση θα ανακουφίσει τις θλίψεις μας. Για την αγάπη του Χριστού η νηστεία γίνεται «φαιδρά», η άσκηση επιθυμητή, ο πόνος ανακουφίζεται, η ειρωνεία του κόσμου ασήμαντη. «Φιλήσωμεν τοίνυν αὐτὸν ὡς φιλεῖν χρὴ», δηλ. ας τον αγαπήσουμε όπως πρέπει, γράφει ο ι. Χρυσόστομος, γιατί αυτός είναι ο μεγαλύτερος μισθός και η πιο μεγάλη δόξα, τιμή και φως για τον άνθρωπο.
Άλλη δέσμευση, που απορρέει από τη σταυρική θυσία του Χριστού, είναι η αδιάκριτη αγάπη μας προς όλους τους ανθρώπους. Ο Χριστός κατά τον άγιο Μάξιμο «υπέρ όλης της ανθρωπότητος έπαθεν» και σ’ όλους εξίσου χάρισε την ελπίδα της ανάστασης. Η τέλεια αγάπη δεν μειώνεται από την ποιότητα της ζωής του άλλου. Όλους πρέπει να τους αγαπάμε το ίδιο, υπομένοντας και μακροθυμώντας για τις θλίψεις που μας προκαλούν. Η αγάπη «πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει, η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει» (Α' Κορ. 13, 7-8).
Ο άγιος Νείλος έχοντας υπόψη του πως ο Χριστός απέθανε υπέρ των αμαρτωλών, μας προτρέπει• «μὴ ρίψης ἐαυτὸν εἰς τὴν ἀπελπισίαν», δηλ. μην κυριευθείς από την απόγνωση και την απελπισία. Όσο αμαρτωλός κι αν είναι κάποιος, ας πιστεύει πως η αγάπη του Θεού είναι ένα απέραντο πέλαγος. Ο διάβολος σκορπάει την απαισιοδοξία, ενώ ο Χριστός με την αγάπη του την αισιοδοξία. «Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν διὰ Πνεύματος ἁγίου του δοθέντος ἡμῖν» (Ῥωμ. 5, 5), τονίζει το σημερινό ανάγνωσμα. Η ζωή μέσα στην Εκκλησία είναι αισιόδοξη, γιατί συνδεόμαστε με τον Κύριο που είναι η πηγή της χαράς και της ελπίδας. Η Εκκλησία είναι σαγήνη, που περιέχει όλων των ειδών τα αλιεύματα. Ο Θεός αγαπά εξίσου και τους σωσμένους και τους αμαρτωλούς, μόνο που οι αμαρτωλοί δεν ανταποκρίνονται στην αγάπη του Θεού και βασανίζονται μέσα στο μίσος και τη μοναξιά τους.
Αγαπητοί αδελφοί, «τί ἀνταποδώσωμεν τῷ Κυρίω περὶ πάντων ὧν ἀνταπέδωκεν ἡμῖν»; Ας προσπαθήσουμε να τον μιμηθούμε ανάλογα με το μέτρο της πίστεως και της αγάπης που έχουμε μέσα μας, για να μπορέσουμε να προκόψουμε στην πνευματική ζωή. Αμήν.

Μητροπ. Εδέσσης Ιωήλ, Ο επιούσιος Άρτος