(Γαλ. στ' 11-18)
Ἀδελφοί, ἴδετε πηλίκοις ὑμῖν γράμμασιν ἔγραψα τῇ ἐμῇ χειρί. Ὅσοι θέλουσιν εὐπροσωπῆσαι ἐν σαρκί, οὗτοι ἀναγκάζουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, μόνον ἵνα μὴ τῷ σταυρῷ τοῦ Χριστοῦ διώκωνται. Οὐδὲ γὰρ οἱ περιτετμημένοι αὐτοὶ νόμον φυλάσσουσιν, ἀλλὰ θέλουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, ἵνα ἐν τῇ ὑμετέρᾳ σαρκὶ καυχήσωνται. Ἐμοί δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, δι᾿ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ. Ἐν γὰρ Χριστῷ ᾿Ιησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία, ἀλλὰ καινὴ κτίσις. Καὶ ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ᾿ αὐτοὺς καὶ ἔλεος, καὶ ἐπὶ τὸν ᾿Ισραὴλ τοῦ Θεοῦ. Τοῦ λοιποῦ κόπους μοι μηδεὶς παρεχέτω· ἐγὼ γὰρ τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ ἐν τῷ σώματί μου βαστάζω. ῾Η χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ μετὰ τοῦ πνεύματος ὑμῶν, ἀδελφοί· ἀμήν.
Ερμηνεία
Ο ι. Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας τη σημερινή αποστολική περικοπή, λέγει, ότι τον λόγο του Παύλου «δι’ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγώ τῷ κόσμῳ» πρέπει να τον έχει στο στόμα του κάθε Χριστιανός. «Τοιοῦτον εἶναι χρή τὸν χριστιανόν• ταύτην ἀεὶ τὴν φωνὴν περιφέρειν• ...οὐδὲν τῆς νεκρώσεως ταύτης μακαριώτερον• αὕτη γάρ ἐστι τῆς μακαρίας ζωῆς ἡ ὑπόθεσις». Γιατί ο Απόστολος Παύλος μας υποδεικνύει μια διπλή νέκρωση, που οδηγεί στην πραγματική ζωή. Τη νέκρωση, που κι αυτός πριν από μας μπόρεσε με τη Χάρη του Χριστού να ζήσει.
Η πρόκληση του κόσμου
Είναι γεγονός, ότι ο κόσμος -ως κτίση, περιβάλλον- ασκεί μια ακατανίκητη γοητεία στον άνθρωπο, που μετά την πτώση του έχει υποδουλωθεί στην ύλη και τις αισθήσεις του, που τον συνδέουν μαζί της. Αντί να ακολουθήσει τον δρόμο προς τον Θεό, το ανθρώπινο πνεύμα στράφηκε προς τον κόσμο• αντί να ανεβάσει το σώμα στην πνευματικότητα, γεμίζοντάς το με Πνεύμα Άγιο και καθιστώντας το Ναό του Αγίου Πνεύματος, κατρακύλησε το ίδιο το ανθρώπινο πνεύμα στην κτηνώδη και αισθησιακή ζωή και υποτάχθηκε – αυτοϋποδουλώθηκε στην υλική ζωή και στα πάθη της. Ο Άνθρωπος «παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. μή, 13). Αυτό εννοεί εδώ ο Παύλος, μιλώντας για «κόσμο». «Κόσμον εδώ ονομάζει ο Απόστολος όλα τα βιωτικά πράγματα, δόξαν, πλούτον, τρυφάς, ηδονάς, και τα όμοια» (Αγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης). Μαθαίνει ο άνθρωπος να αγαπά τη ματαιότητα, να ζητά το ψέμα, να δίνει αξία, και μάλιστα απροσμέτρητη, στην παρούσα ζωή, να θεωρεί ευτυχία την πρόσκαιρη δόξα και τις απατηλές απολαύσεις. Επειδή δε η αυτοπαράδοση του ανθρώπου στον κόσμο έχει σαν αποτέλεσμα όλα τα πάθη, γι’ αυτό και ο Μ. Βασίλειος μιλώντας για τον «σαρκικό άνθρωπο», προσδιορίζει τον κόσμο ως «ζωὴν δεδουλωμένην τοῖς πάθεσι τῆς σαρκὸς». Είναι έρωτας για την κτίση και όχι για τον Κτίσαντα. Φορά προς θάνατον και χωρισμός απ’ την Αυτοζωήν!
Η διπλή σταύρωση
Για τον Χριστιανό όμως ο κόσμος δεν παύει να είναι ένα μεγάλο δώρο του Θεού στην ανθρωπότητα. Ένα δώρο προσφέρεται, για να κερδηθεί η αγάπη αυτού που το δέχεται. Προσφέροντας έτσι ο Θεός στον άνθρωπο τον κόσμο, περιμένει την αγάπη του ανθρώπου, γιατί, μένοντας σ’ αυτήν την αγάπη ο άνθρωπος, ζει στην κοινωνία του Θεού, που είναι η αληθινή ζωή του ανθρώπου. Συμβαίνει όμως συχνά να προσκολλάται κανείς με πάθος στο δώρο, λησμονώντας τον δωρητή. Αυτό συνέβη και με τον άνθρωπο. Όχι απλώς προσκολλήθηκε, αλλά κυριολεκτικά υποδουλώθηκε στο δώρο και ξέχασε τον μεγάλο Ευεργέτη και Δωρητή του, τον Θεό. Αν λοιπόν δεν αποσπασθούμε από την έλξη του δώρου και δεν ελευθερωθούμε από την προσήλωσή μας σ’ αυτό, δεν θα μπορέσουμε να συναντήσουμε ποτέ λυτρωτικά τον ίδιο τον Δωρητή. Η αδιαφορία προς το δώρο, αφήνει να φανεί ο Δωρητής.
Αυτό πρέπει να γίνει και σχετικά με τον κόσμο. Πρέπει να χάσει για μας την απόλυτη αξία του ο κόσμος, για να στραφούμε με όλη την ύπαρξή μας στον Θεό. Αν δεν «πεθάνει» για μας τελείως ο κόσμος, δεν μπορούμε να αγαπήσουμε απόλυτα τον Θεό. Αυτό πραγματοποιείται, λέγει ο Παύλος, με τον Σταυρό του Χριστού. Όποιος σηκώνει τον Σταυρό του Χριστού, όντας συσταυρωμένος με τον Χριστό, σταυρώνει πρώτα τον κόσμο μέσα του και συνάμα σταυρώνει τον εαυτό του για τον κόσμο. Νεκρώνεται από τη μια ο κόσμος γι’ αυτόν και δεν μπορεί να ασκήσει γοητεία πάνω του. Νεκρώνεται όμως από την άλλη και αυτός για τον κόσμο, η επιθυμία του δηλαδή για τον κόσμο. Η απελευθέρωση από τη δουλεία του κόσμου είναι ένας σταυρός, που μόνο μέσα στη χάρη και ζωή του Σταυρού του Χριστού μπορεί να πραγματοποιηθεί. Η ζωή του Χριστιανού είναι όπως η ζωή του μοναχού, ένα είδος ζωηφόρου θανάτου. Θάνατος και νέκρωση έναντι του κόσμου είναι η τριπλή μοναστική υπόσχεση (παρθενία, ακτημοσύνη, υπακοή) και σημαίνει: Απελευθέρωση από την προσκόλληση στα «τερπνά» του κόσμου μέσω της εκούσιας πτώχειας. Απελευθέρωση από τη δουλεία της σαρκός με την παρθενία. Απελευθέρωση από τη δυστροπία της αμαρτωλής θελήσεως με την υπακοή. Έτσι πραγματοποιείται η επιστροφή της ψυχής στην αρχική της καθαρότητα και ακεραιότητα, μέσα στην κοινωνία του Θεού. Όσο δε περισσότερο, με τη μετάνοια και την ταπείνωση, γνωρίζει ο άνθρωπος τον Θεό, τόσο περισσότερο ελευθερώνεται από τη δουλεία του κόσμου. Όπως θα πει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος: «Ὁ γευσάμενος τῶν ἄνῳ, εὐχερῶς τῶν κάτω καταφρονεῖ, ὁ δὲ ἐκείνων ἄγευστος, ἐπὶ προσκαίροις ἀγάλλεται» (Λογ. ιστ'). Γι’ αυτό και ο ίδιος ο Παύλος, παρατηρεί ο Μ. Βασίλειος, «ὅτε εἶδε τὸν ὡραῖον κάλλει, πάντα ἡγήσατο σκύβαλα, ἵνα Χριστὸν κερδήσῃ»! Αν εμείς είμαστε τόσο δεμένοι με τα απατηλά του κόσμου, είναι γιατί μένουμε ακόμη άγευστοι των πνευματικών εμπειριών των Αγίων μας, και ανησυχούμε, μήπως χάσουμε τον κόσμο, προτιμώντας τη ματαιότητα από την Αλήθεια. Πόσο ταιριάζει στην περίπτωσή μας ο «αναβαθμός» εκείνος του αγ. Θεοδώρου Στουδίτου: «Ἡ καρδία μου πρὸς σέ, Λόγε, ὑψωθήτω• καὶ οὐδὲν θέλξει με τῶν τοῦ κόσμου τερπνῶν πρὸς χαμαιζηλίαν» (ζ' αναβ. δ ήχου)!
Ενιαία πνευματικότητα
Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει, ότι όσα ελέχθησαν παραπάνω αφορούν μόνο στους μοναχούς, σ’ αυτούς που έχουν «αναχωρήσει» από τον κόσμο. Βέβαια και ο μοναχός, που εγκαταλείπει τοπικά και αισθητά τον κόσμο, δεν παύει να αγαπά τον κόσμο. Τον αγαπά όμως κατά Θεόν, θεοκεντρικά. Γιατί ο αγώνας του είναι για την εν Χριστώ μεταμόρφωση του κόσμου, ώστε «το φθαρτόν τούτο» να «ἐνδυθῇ ἀφθαρσίαν», και «τὸ θνητὸν τοῦτο να ἐνδυθῇ ἀθανασίαν» (Α' Κορ. ιε' 53). Οι μοναχοί βλέπουν τα πάντα εν Θεώ και, γι’ αυτό τους δίνουν την πραγματική τους αξία. Δεν απευθύνεται όμως μόνο σε μοναχούς ο Παύλος, αλλά σε όλους τους πιστούς. Η πνευματική ζωή της Εκκλησίας μας είναι ενιαία, πραγματοποιείται όμως σε διάφορα επίπεδα. Αν μάλιστα ο μοναχός οφείλει να είναι νεκρός για τον κόσμο, νεκρώνοντας την αμαρτωλή του επιθυμία, πολύ περισσότερο πρέπει να το επιτύχει αυτό, με τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, αυτός που ζει μέσα στον κόσμο και τον συνδέουν μαζί του δεσμοί, καθήκοντα, υποχρεώσεις. Μια ζωή αγάπης, ειλικρίνειας, ευθύτητας, δικαιοσύνης μέσα στον κόσμο -μια ζωή δηλαδή εν Αγίω Πνεύματι- απαιτεί απελευθέρωση από τη δουλεία του κόσμου και περιφρόνηση των θελγήτρων του. Ο Χριστιανός βρίσκεται μέσα στον κόσμο, για να χρησιμοποιεί ευχαριστιακά τον κόσμο, προσφέροντάς τον ως ευχαριστία στον Μεγάλο Ευεργέτη του Θεό και καθιστώντας την όλη ζωή του δοξολογία του Θεού αδιάλειπτη.
Πρωτ. Γ. Μεταλληνού, Κηρύγματα στα Αποστολικά Αναγνώσματα