τοῦ Πρωτ. Κλεάνθη Ὀνησιφορίδη

1.21 Agios Maksimos o omologitisΠατρίδα τοῦ ἁγίου, ἡ πρώτη τῶν πόλεων, ἡ Κωνσταντινούπολη. Οἱ γονεῖς του ἦταν εὐσεβεῖς καὶ ἀγαποῦσαν τὸν Θεό. Βάπτισαν γρήγορα τὸ παιδὶ καὶ τὸ μεγάλωσαν σ ύ μ φ ω ν α μὲ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ἔδειξε μεγάλη ἔφεση στὶς ἐπιστῆμες καὶ ἀ γ α π ο ῦ σ ε ἰδιαίτερα τὴ φ ι λ ο σ ο φ ί α . Ἀπ ’ αὐτὴ ν πῆρε ὅλο τὸ ψ υ χ ω φ ε λ ὲ ς καὶ ὠφέλιμο, ἀφήνοντας πίσω τὸ ψυχοβλαβὲς καὶ ἄχρηστο. Εἶχε φθάσει σὲ ὕψος γνώσεως καὶ ἀρετῆς. Ἦταν ὅμως τόσο μετριόφρων καὶ ταπεινὸς, ὥστε δὲν αἰχμαλωτιζόταν ἀπὸ τὴν κενοδοξία.
Τριάντα χρονῶν καθίσταται ἀπὸ τὸν βασιλιὰ Ἡράκλειο πρῶτος γραμματέας τοῦ παλατιοῦ. Κατέπλησσε πάντες γιὰ τὴν ἱκανότητά του στὸν λόγο. Δὲν ἔμεινε ὅμως πολὺ καιρὸ στὸ παλάτι βλέποντας ὅτι οἱ δόξες καὶ οἱ τιμὲς γίνονταν ἐμπόδια στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς του. Ἀκόμη ἀντιλαμβανόμενος τὴν αἵρεση τῶν μονοθελητῶν νὰ ἀποκτᾶ στὸ παλάτι ὅλο καὶ περισσότερους ὀπαδοὺς, ἔνιωθε ὅτι δὲν ἔπρεπε νὰ μείνει ἀπαθής.
Ἐγκαταλείπει τὴν αὐλὴ καὶ πηγαίνει σ’ ἕνα μοναστήρι, στὴν ἀντίπερα ὄχθη τοῦ Βοσπόρου, στὴ Χρυσούπολη, ὅπου ἐνδύεται τὸ μοναχικό σχῆμα. Ἐκεῖ ἐπεδόθηκε στὴν ἄσκηση, ὄχι μόνο μὲ τὴ νηστεία καὶ τὴν ἄλλη κακοπάθεια ἀλλὰ καὶ μὲ ὁλονύκτια ὀρθοστασία καὶ παρατεταμένη προσευχὴ, ἀναστηλώνοντας τὴν ψυχή του καὶ ἀποσπώντας τὸν νοῦ του ἀπὸ τὴν ὕλη. Πολὺ γρήγορα ξεπέρασε ὅλους τοὺς συνασκητές του καὶ στὴν πράξη καὶ στὴ θεωρία. Τόσο πολὺ ἔλαμψε ἡ ἀρετή του, ποὺ τοῦ ζητοῦσαν καθημερινῶς καὶ ἐπίμονα νὰ γίνει ἡγούμενός τους. Αὐτὸς ὅμως δὲν δεχόταν τὴν ἀρχὴ θεωρώντας αὐτήν ὡς φορτίο βαρύτατο. Βλέποντας ὅμως ὅτι οἱ ἄλλοι μοναχοὶ ἦταν ἕτοιμοι ἀκόμα καὶ βία νὰ χρησιμοποιήσουν δέκτηκε νὰ γίνει ἡγούμενός τους. Σπούδαζε τώρα ἀκόμη περισσότερο, ὥστε ὄχι μόνο τὸν ἑαυτό του ἀλλὰ καὶ τοὺς ὑποτακτικούς του νὰ προσάξει στὸν Θεό, γνωρίζοντας ὅτι ὁ προεστὼς πρόκειται νὰ δώσει ἀπολογία καὶ γιὰ ὅλο τὸ ποίμνιό του.
Ὁ ὅσιος ἐλυπεῖτο καὶ ἔκλαιε βλέποντας τὴν ὀλέθρια αἵρεση τοῦ μονοθελητισμοῦ, ποὺ μὲ τὴ βοήθεια τῶν κρατούντων αὔξανε μέρα μὲ τὴ μέρα.
Οἱ αἱρετικοὶ ὀπαδοὶ τοῦ μονοθελητισμοῦ ὁμολογοῦσαν ἕνα θέλημα καὶ μία ἐνέργεια στὸν Χριστό, ἄρα καὶ μία φύση (ἄν καὶ αὐτὸ δὲν τὸ ἔλεγαν φανερά), πράγμα τὸ ὁποῖο ἀναιροῦσε τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἔκανε τὴν πίστη μας χωρὶς κανένα περιεχόμενο.
Σέ ἀντίθεση μ᾽ αὐτούς ὅλοι οἱ ἅγιοι πατέρες, τοὺς ὁποίους ἀκολουθοῦσε ὀ ἅγιος Μάξιμος, καὶ ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ πιστεύουμε στὸν ἕνα Χριστό (γιὰ τὸ μοναδικὸ τοῦ προσώπου του) καί ὁμολογοῦμε δύο φύσεις καὶ δύο ἐνέργειες καὶ δύο θελήσεις (ἀνθρωπίνη καὶ θεία) ὄχι ὑπεναντίες ἤ ἀντιπαλαίουσες, ἀλλὰ τὴν ἀνθρωπίνη θέληση νὰ ἕπεται καὶ νὰ ὑποτάσσεται στὴ θεία. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο πραγματοποιεῖται ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου (ἡ θεραπεία καὶ ἡ θέωσή του). Δὲν ἀρνούμαστε τὸ φυσικὸ αὐτοῦ θέλημα τῆς ἀνθρωπότητος ἢ τὴ φυσική της ἐνέργεια, ἀπὸ τὴ μιὰ γιὰ νὰ μὴν ἀθετήσουμε τὸ οἰκονομικὸ κεφάλαιο τῆς σωτηρίας μας καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη γιὰ νὰ μὴν προσάψουμε τὰ πάθη στὴ θεότητα. Ἐὰν ὁμολογήσουμε τὴν ἀνθρωπίνη φύση τοῦ Κυρίου ἀθέλητον καὶ ἀνενέργητον, τότε πῶς σώθηκε τὸ τέλειο τῆς ἀνθρωπότητος; Διότι τίποτα ἄλλο δὲν συνιστᾶ τὸ τέλειο τῆς ἀνθρωπίνης οὐσίας, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ οὐσιῶδες θέλημα μὲ τὸ ὁποῖο χαρακτηρίζεται ἡ δύναμη τῆς αὐτεξουσιότητος μέσα μας.
Οἱ βασιλεῖς καὶ οἱ ἄρχοντες οἱ ὁποῖοι ἐπιζητοῦσαν τὰ πρόσκαιρα (δόξα, πλοῦτο, κυριαρχία), βρῆκαν ὅτι μὲ τὴν ἐπιβολὴ τοῦ μονοθελητισμοῦ θὰ ἐξυπηρετοῦνταν τὰ διάφορά τους κοσμικὰ συμφέροντα. Ὁ ἅγιος Μάξιμος γνώριζε ὅτι οἱ μόνες ἐκκλησίες ποὺ ἔμεναν καθαρὲς ἀπὸ τὴν αἵρεση ἦταν αὐτὲς τῆς Ρώμης καὶ τῆς Ἀφρικῆς. Πῆρε λοιπὸν τὴν ἀπόφαση νὰ μεταβεῖ στὴ Ρώμη. Οἱ ὑποτακτικοί του λυπήθηκαν μὲν πολύ, ἀλλὰ δὲν ἐναντιώθηκαν στὴν ἀναχώρησή του, γιὰ νὰ μὴν τὸν στενοχωρήσουν. Στὸ ταξίδι του γιὰ τὴ Ρώμη πέρασε ἀπὸ τὴν Ἀφρικὴ, ὅπου συνάντησε τοὺς ἐπισκόπους της. Ἔμεινε μαζί τους ἀρκετὸ χρόνο, κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ὁποίου τοὺς ἐνουθετοῦσε καὶ τοὺς ἐστερέωνε στὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Τοὺς δίδασκε πῶς νὰ ξεφεύγουν τὶς παγίδες τῶν αἱρετικῶν καὶ τοὺς σοφιστικούς τους λόγους. Ἂν καὶ ὑπερεῖχαν στὸν θρόνο ἀναγνώριζαν ὅμως τὴ σοφία καὶ τὴ σύνεσή του καὶ ὑπήκουαν στὶς παραινέσεις καὶ συμβουλές του. Στὸ πρόσωπό του ἔβλεπαν βίο οὐράνιο, λόγο ἄφθονο καὶ σύνεση καὶ γιὰ ὅλα αὐτὰ ὅλοι κρέμονταν ἀπ’αὐτὸν, ὅπως τὰ ρινίσματα τοῦ σιδήρου ἀπὸ τὸν μαγνήτη.
Φθάνοντας ὁ ὅσιος στὴ Ρώμη ἔπεισε καὶ τὸν ἐκεῖ ἐπίσκοπο καὶ συνεκάλεσε Σύνοδο. Συναθροισθέντες τότε οἱ ἐπίσκοποι τῆς Ἰταλίας καὶ ἔχοντας συνήγορο καὶ πρωτοστάτη τὸν ἅγιο Μάξιμο, ἐστερέωσαν τὴν Ὀρθοδοξία ἀναθεματίσαντες τοὺς αἱρετικούς.
Ὅταν ἔμαθε αὐτὰ ὀ αὐτοκράτορας Κώνστας, ὁ ὁποῖος ἦταν προστάτης τοῦ μονοθελητισμοῦ, προσέταξε καὶ ἔφεραν στὴν Κωνσταντινούπολη τὸν ἅγιο Μάξιμο, τοὺς δύο μαθητές του Ἀναστασίους, τὸν Πάπα Μαρτῖνο καὶ ἄλλους ἐπισκόπους τῆς Ἰταλίας. Τὸν Πάπα Μαρτῖνο καὶ τοὺς ἐπισκόπους τοὺς βασάνισε καὶ τοὺς καταδίκασε σὲ ἐξορία. Τὸν δὲ ἅγιο Μάξιμο τὸν βασάνισε ἀκόμη περισσότερο καὶ τὸν ἔβαλε στὴ φυλακή. Σὲ λίγες μέρες τὸν ἔσυραν στὸ δικαστήριο μπροστὰ σ’ὅλη τὴ σύγκλητο καὶ τὸν κατηγοροῦσαν γιὰ διάφορα πράγματα. Ἐκεῖ ἀντέκρουσε ὅλες τὶς ἐναντίον του κατηγορίες ἀποδεικνύοντάς τες ψευδεῖς. Τότε τὸν ἔκλεισαν ξανὰ στὴ φυλακή.
Μετὰ ἀπὸ λίγες μέρες ἦρθαν ἀπεσταλμένοι ἀπό τὸν πατριάρχη, οἱ ὁποῖοι προσπάθησαν μὲ ἐπιχειρήματα νὰ τὸν φέρουν μὲ τὸ μέρος τῶν μονοθελητῶν. Ὁ ὅσιος μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ μὲ γραφικὲς ἀποδείξεις φανέρωσε τὴν αἵρεσή τους. Τότε ὁ βασιλιάς ὀργισθείς τὸν ἐξόρισε στὴ Θράκη, σ’ἕνα χωριουδάκι ποὺ ὀνομάζεται Βιζύη, 23 ὅπως ἐπίσης ἐξόρισε καὶ τοὺς δύο μαθητές του σὲ ἄλλους μακρινοὺς τόπους. Ἀφοῦ πέρασε κάποιος χρόνος, ἀπεστάλησαν ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα γιὰ νὰ συναντήσουν τὸν ἅγιο, ὁ Θεοδόσιος, ἐπίσκοπος Καισάρειας, καὶ δύο ὕπατοι οἱ ὁποῖοι προσπάθησαν μὲ πολλούς τρόπους, νὰ τὸν φέρουν μὲ τὸ μέρος τῶν μονοθελητῶν. Ὁ ἅγιος ὅμως ἔμεινε ἀκλόνητος καὶ ἀνέτρεψε ὅλα τὰ ἐπιχειρήματα, ποὺ τοῦ εἶχαν προβάλει.
Πέρασαν λίγες μέρες καὶ πῆγαν ξανὰ κοντά του μεταφέροντας ὑποσχέσεις καὶ κολακεῖες ἀπὸ τὸν βασιλιά. Ὁ ὅσιος τοὺς ἀπάντησε: «Ὅλη ἡ δύναμη τῶν οὐρανῶν δὲν θὰ μὲ πείσει νὰ κάνω αὐτὸ, ποὺ μοῦ προτείνετε. Γιατί, τί θὰ ἀπολογηθῶ, δὲ λέγω στὸν Θεό, ἀλλὰ στὴ δική μου συνείδηση, ἂν γιὰ τὴ δόξα τῶν ἀνθρώπων, ποὺ δὲν ἔχει καθόλου ὕπαρξη, ἀρνηθῶ τὴν πίστη ποὺ μὲ σώζει;» Τότε ἄρχισαν νὰ τὸν βρίζουν καὶ νὰ τὸν κτυποῦν ἀνελέητα. Ἀκολούθως τὸν μετέφεραν στὴν Κωνσταντινούπολη μὲ τοὺς δύο μαθητές του. Ἐκεῖ τοὺς μαστίγωσαν ἀλύπητα καὶ ἔκοψαν τὴ γλώσσα τοῦ ὁσίου καὶ τοῦ ἑνὸς μαθητῆ του. Ὁ Θεὸς ὅμως θαυματούργησε στοὺς δούλους του καὶ παρὰ τὴν ἐκκοπὴ τῆς γλώσσας ὁμιλοῦσαν, ἐλέγχοντας τὴν αἵρεση τῶν δυσσεβῶν. Οἱ παράνομοι τότε πλησθέντες φθόνου ἀπέκοψαν καὶ τὰ δεξιά τους χέρια. Ἀφοῦ τοὺς διαπόμπευσαν, τοὺς ἔστειλαν σὲ ἄλλη ἐξορία. Τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν ἔκλεισαν σ’ἕνα ἀπὸ τὰ κάστρα τῆς Ἀλανίας ποὺ τὸ ἔλεγαν Σχίμαρη καὶ τὸν ἄφησαν ἐκεῖ χωρὶς καμμία φροντίδα. Ὅταν ἦρθε ὁ καιρὸς τῆς ἐξόδου του, ὁ Θεὸς τοῦ τὸ φανέρωσε ἀπὸ πρὶν μὲ ὅραμα.
Ὁ ἅγιος ἔστειλε πάρα πολλὲς ἐπιστολὲς στὶς ὁποῖες διατύπωσε μὲ ἀκρίβεια τὸ Ὀρθόδοξο δόγμα. Ἔγραψε ἀκόμη διάφορους λόγους, μὲ τοὺς ὁποίους ἑρμήνευσε πολλὰ δυσνόητα τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἑρμήνευσε ἐπίσης πολλὰ ἀπὸ τὰ συγγράμματα τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου καὶ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου. Ἔγραψε τὴ Μυσταγωγία, στὴν ὁποία ἑρμήνευσε πολλὰ σημεῖα τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ ἀκόμη ἀσκητικοὺς καὶ ἠθικοὺς λόγους περὶ καταφρονήσεως τῶν σωματικῶν θελημάτων καὶ ὅλων τῶν ψυχοβλαβῶν ὀρέξεων. Ἀκόμη ἔγραψε πολλὰ εἰς ἔπαινο τῆς ἀγάπης, τὰ ὁποῖα ὅποιος διαβάσει μὲ καλὴ διάθεση θὰ παρακινηθεῖ πρὸς θεῖον ἔρωτα, καὶ πρόθυμα θὰ συγχωρήσει τὰ πταίσματα τῶν ἐχθρῶν του καὶ θὰ τοὺς ἀγαπήσει ὡς φίλους.
Ἄς δοῦμε ἕνα δεῖγμα ἀπὸ τὰ ψυχοφελέστατα κεφάλαια τοῦ ἁγίου περὶ ἀγάπης: «Ἀγάπη μὲν ἐστιν, διάθεσις ψυχῆς ἀγαθή, καθ’ ἣν οὐδὲν τῶν ὄντων, τῆς τοῦ Θεοῦ γνώσεως προτιμᾷ. Ἀδύνατον δὲ εἰς ἕξιν ἐλθεῖν ταύτης τῆς ἀγάπης, τὸν πρός τι τῶν ἐπιγείων ἔχοντα προσπάθειαν» «Ὁ ἴχνος μίσους βλέπων ἐν τῇ ἑαυτοῦ καρδίᾳ διὰ οἱονδήποτε πταῖσμα πρὸς τὸν οἱονδήποτε ἄνθρωπο, ἀλλότριος τυγχάνει πάμπαν τῆς εἰς Θεὸν ἀγάπης• διότι ἡ εἰς Θεὸν ἀγάπη, τοῦ εἰς ἄνθρωπον μίσους παντελῶς οὐκ ἀνέχεται».
Στὸ μνῆμα ὅπου ἔθεσαν τὸ ἅγιο λείψανό του φαίνονταν τρεῖς πυρσοὶ, ποὺ ἐφώτιζαν ὅλο τὸν τόπο ἐκεῖνο. Ἀπὸ αὐτὸ τὸ θαυμάσιο γεγονὸς ἐβεβαιώθηκαν ὅλοι γιὰ τὸ πόση παρρησία βρῆκε ὁ ὅσιος πρὸς τὸν Χριστό.
Μὲ τὶς πρεσβεῖες τοῦ ὁσίου καὶ θεοφόρου πατρὸς ἡμῶν Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεὸς, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.

περιοδικό Παράκληση, τ.104