Πρωτ. Μιχαὴλ Βοσκοῦ

YpapantiΣτις 2 Φεβρουαρίου η Εκκλησία μας εορτάζει τη Δεσποτικοθεομητορική εορτή της Υπαπαντής του Κυρίου. Το ιστορικό υπόβαθρο της εορτής αυτής καταγράφεται στις σελίδες του Κατά Λουκάν Ευαγγελίου (β’ 22-40). Πρόκειται για το γεγονός της προσφοράς του βρέφους Ιησού στον Ναό των Ιεροσολύμων κατά την τεσσαρακοστή ημέρα από τη Γέννησή Του, όπως όριζε ο Νόμος της Παλαιάς Διαθήκης. Η συγκεκριμένη ημερομηνία επελέγη, ως εκ τούτου, γιατί είναι η τεσσαρακοστή ημέρα από την 25η Δεκεμβρίου, την ημέρα που η Εκκλησία μας εορτάζει την κατά σάρκα Γέννηση του Σωτήρος Χριστού.
Η λέξη “υπαπαντή” προέρχεται από το ρήμα υπαντάω, που σημαίνει συναντώ κάποιον, έρχομαι ή πηγαίνω σε συνάντηση κάποιου. Η περί ης ο λόγος εορτή, λοιπόν, ονομάστηκε Υπαπαντή, γιατί στον Ναό των Ιεροσολύμων υποδέχθηκε τον Κύριό μας Ιησού Χριστό ως σαράντα ημερών βρέφος ο Άγιος Συμεών ο Θεοδόχος, ο οποίος τον πήρε στην αγκαλιά του και διεκήρυξε ότι Αυτός είναι ο αναμενόμενος Σωτήρας του κόσμου και άρα ο σεσαρκωμένος Υιός και Λόγος του Θεού.
Όπως όλες οι Δεσποτικές και Θεομητορικές εορτές στην Ορθόδοξη Εκκλησία, έτσι και η εορτή της Υπαπαντής του Κυρίου έχει πλούσια υμνογραφία, στην οποία είναι εμφανής ο φωτισμός και η καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος. Από την πλούσια αυτή υμνογραφία, ιδιαίτερα αγαπητά στους Ορθοδόξους Χριστιανούς είναι τα Μεγαλυνάρια της Θ’ Ωδής του Κανόνος της εορτής, τα οποία ψάλλονται σε τρίτο ήχο. Μερικά από αυτά τα Μεγαλυνάρια θα σχολιάσουμε στη συνέχεια.
“Ἀκατάληπτόν ἐστι τὸ τελούμενον ἐν σοί, καὶ Ἀγγέλοις καὶ βροτοῖς, Μητροπάρθενε ἁγνή”. Αυτό που συντελείται σ’ εσένα, αγνή Μητροπάρθενε (μητέρα και ταυτοχρόνως παρθένος) είναι ακατάληπτο τόσο στους αγγέλους όσο και στους ανθρώπους.
Ο ποιητής αναφέρεται στο μέγα μυστήριο της Σαρκώσεως του Υιού και Λόγου του Θεού από τα σπλάχνα της Παρθένου Μαρίας. Αυτό το μέγα μυστήριο είναι “τὸ μυστήριον τὸ ἀποκεκρυμμένον ἀπὸ τῶν αἰώνων καὶ ἀπὸ τῶν γενεῶν”, το οποίον “νυνὶ ἐφανερώθη τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ” (Κολ. α’ 26). Και είναι παντελώς ακατάληπτο όχι μόνο για μας τους πεπερασμένους και χοϊκούς ανθρώπους, αλλά και για τους αγγέλους που είναι πνεύματα. Πώς μπορεί κανείς αλήθεια να κατανοήσει με τη λογική του, πώς ο ίδιος ο απειροτέλειος Θεός γίνεται πεπερασμένος άνθρωπος και εισέρχεται στα δεδομένα του παρόντος υλικού και φθαρτού κόσμου• πώς ο άναρχος κατά τη θεότητα καταδέχεται να έχει χρονική αρχή κατά την ανθρωπότητα• πώς ο πανταχού παρών, ο “αχώρητος παντί”, καταδέχεται να χωρέσει στη γαστέρα μιας γυναίκας• πώς ο Ων καταδέχεται να γίνει “ο ουκ ην δι’ ημάς”; Κι’ όλα αυτά χωρίς να πάψει να είναι Θεός αληθινός, χωρίς να πάψει να είναι ο προαιώνιος Υιός και Λόγος του Θεού.
Το δόγμα περί των δύο φύσεων του Ιησού Χριστού, το χριστολογικό, όπως ονομάζεται, δόγμα, είναι το βασικότερο δόγμα της πίστεώς μας μαζί με το τριαδικό δόγμα. Ο Ιησούς Χριστός, ο σεσαρκωμένος Υιός και Λόγος του Θεού είναι τέλειος Θεός, ομοούσιος με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, και ταυτοχρόνως τέλειος άνθρωπος, ομοούσιος με όλους εμάς τους ανθρώπους. Οι δύο φύσεις Του (θεία και ανθρωπίνη) είναι πλήρεις και ακέραιες και η ένωσή τους σε καμιά περίπτωση δεν συνιστά μείωση της πληρότητος και της ακεραιότητός τους, ούτε οδηγεί σε μια τρίτη σύνθετη φύση. Για τον λόγο αυτό η ορθόδοξη θεολογία ομιλεί όχι μόνο για δύο φύσεις, αλλά και για δύο φυσικά θελήματα, καθώς και για δύο φυσικές ενέργειες, ενώ κατεδίκασε ως αιρέσεις τόσο τον Μονοφυσιτισμό, όσο και τον Μονοθελητισμό και τον Μονοενεργητισμό.
Είναι πολύ σημαντικό εν προκειμένω να τονιστεί, ότι η Σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού είναι πραγματική και όχι φανταστική, γι’ αυτό και ο σεσαρκωμένος Υιός και Λόγος του Θεού, ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός περνά από όλα τα στάδια της βιολογικής αναπτύξεως ενός ανθρώπου. Κυοφορείται ως έμβρυο για εννέα ολόκληρους μήνες στα σπλάχνα της Παρθένου Μαρίας, γεννάται ως βρέφος, σπαργανώνεται, θηλάζει από τους μαστούς της μητέρας Του και μεγαλώνει σταδιακά, όπως μεγαλώνει κάθε άνθρωπος μέχρι να φθάσει στην ενηλικίωση. “Ἰησοῦς προέκοπτε σοφίᾳ καὶ ἡλικίᾳ καὶ χάριτι παρὰ Θεῷ καὶ ἀνθρώποις” (Λουκ. β’ 52)• ο Ιησούς μεγάλωνε και πρόκοβε στη σοφία, και η χάρη που είχε ευαρεστούσε τον Θεό και τους ανθρώπους. Παράλληλα υποτάσσεται με απόλυτη υπακοή και με άκρα ταπείνωση στις διατάξεις του Μωσαϊκού Νόμου. Καταδέχεται τη σαρκική περιτομή κατά την ογδόη ημέρα από τη Γέννησή Του και οδηγείται στον Ναό των Ιεροσολύμων κατά την τεσσαρακοστή ημέρα από τη Γέννησή Του, για να αφιερωθεί στον Θεό και για να προσφερθεί η καθορισμένη από τον Νόμο θυσία.
“Ἀγκαλίζεται χερσίν, ὁ Πρεσβύτης Συμεών, τὸν τοῦ νόμου Ποιητὴν καὶ Δεσπότην τοῦ παντός”. Ο υπέργηρος Συμεών παίρνει στην αγκαλιά του Αυτόν που είναι ο δημιουργός του Νόμου της Παλαιάς Διαθήκης και ο Κύριος του σύμπαντος.
Ο Δίκαιος Συμεών ήταν μια μεγάλη προσωπικότητα, που έζησε στο μεταίχμιο μεταξύ Παλαιάς και Καινής Διαθήκης. Ήταν ένας άνθρωπος “δίκαιος και ευλαβής” (Λουκ. β’ 25), ο οποίος είχε τη χάρη του Παναγίου Πνεύματος. Από το Άγιο Πνεύμα μάλιστα έλαβε την πληροφορία και τη διαβεβαίωση, ότι δεν θα πεθάνει προτού δει τον “Χριστὸν Κυρίου”. “Ἦν αὐτῷ κεχρηματισμένον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου μὴ ἰδεῖν θάνατον πρὶν ἢ ἴδῃ τὸν Χριστὸν Κυρίου” (Λουκ. β’ 26). Οι σελίδες της Καινής Διαθήκης δεν μας δίδουν περισσότερες πληροφορίες γι’ αυτήν τη μεγάλη προσωπικότητα. Το κενό αυτό έρχεται να συμπληρώσει η προφορική παράδοση της Εκκλησίας, καταγράφοντας διάφορες λεπτομέρειες για τη ζωή του Δικαίου Συμεών. Η ουσία όμως εστιάζεται σ’ αυτά τα λίγα που τόσο λιτά και τόσο απλά μας αναφέρει ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Λουκάς στο Ευαγγέλιό του.
Ευρισκόμενος στον Ναό των Ιεροσολύμων και αναμένοντας για χρόνια τη μεγάλη ευλογία που ο Πανάγαθος Θεός του υπεσχέθη, ο Δίκαιος Συμεών αξιώνεται να υποδεχθεί την Παρθένο Μαρία μαζί με το βρέφος Ιησού και να πάρει στην αγκαλιά του Αυτόν που είναι ο Κύριος του σύμπαντος κόσμου, Αυτόν που έδωσε στον Μωϋσή τον Νόμο με όλες του τις τελετουργικές και λοιπές διατάξεις. Μεταξύ αυτών των διατάξεων ήταν και το ότι “πᾶν ἄρσεν διανοῖγον μήτραν ἅγιον τῷ Θεῷ κληθήσεται” (Λουκ. β’ 23)• αν το πρώτο δηλαδή παιδί που φέρνει στον κόσμο μια γυναίκα είναι αγόρι, πρέπει να θεωρείται αφιερωμένο στον Κύριο. Γράφει σχετικά το βιβλίο της Εξόδου: “Εἶπε δὲ Κύριος πρὸς Μωϋσῆν λέγων• ἁγίασόν μοι πᾶν πρωτότοκον πρωτογενὲς διανοῖγον πᾶσαν μήτραν ἐν τοῖς υἱοῖς Ἰσραὴλ ἀπὸ ἀνθρώπου ἕως κτήνους• ἐμοί ἐστιν” (᾽Εξ. ιγ’ 1-2).
“Βουληθεὶς ὁ Πλαστουργός, ἵνα σώσῃ τὸν Ἀδάμ, μήτραν ᾤκησε τὴν σὴν τῆς Παρθένου καὶ ἁγνῆς”. Θέλοντας ο Δημιουργός Θεός να σώσει το ανθρώπινο γένος, ενοίκησε στη δική σου μήτρα της Παρθένου και αγνής.
Σκοπός της Σαρκώσεως του Υιού και Λόγου του Θεού είναι η σωτηρία του Αδάμ, η σωτηρία δηλαδή του ανθρωπίνου γένους. Θα μπορούσε εν προκειμένω να διερωτηθεί κανείς: Δεν υπήρχε άλλος τρόπος να σώσει ο Θεός τον άνθρωπο; Ήταν ανάγκη να υποστεί αυτή την υπέρτατη κένωση και να λάβει τη μορφή δούλου; Η απάντηση είναι ξεκάθαρη. Ασφαλώς και μπορούσε ο Θεός να σώσει τον άνθρωπο με πολλούς και ποικίλους τρόπους, ακόμη και με ένα Του πρόσταγμα μονάχα. Αυτός που είπε “γενηθήτω φῶς, καὶ ἐγένετο φῶς” (Γεν. α’ 3), Αυτός που με ένα Του πρόσταγμα δημιούργησε ολόκληρο το σύμπαν, δεν μπορούσε με ένα Του πρόσταγμα να σώσει τον άνθρωπο; Όμως το ζητούμενο δεν ήταν απλώς και μόνο να σωθεί (αναγκαστικά) ο άνθρωπος, αλλά να του δοθεί η δυνατότητα να ακολουθήσει με τη θέληση του, να ακολουθήσει ελεύθερα τον δρόμο της σωτηρίας. Μια καταναγκαστική σωτηρία, που θα καταργούσε την ελευθερία μας, μια σωτηρία που θα μας επεβάλλετο χωρίς τη δική μας συγκατάθεση, δεν θα ήταν σωτηρία• θα ήταν μάλλον κόλαση.
“Ἐπιβλέπεις πρὸς τὴν γῆν καὶ ποιεῖς τρέμειν αὐτήν, καὶ πῶς γέρων κεκμηκὼς σὲ κατέχει ἐν χερσί;” Κοιτάζεις προς τη γη και την κάνεις να τρέμει. Πώς λοιπόν ένας υπερήλικας γέροντας σε κρατά στα χέρια του;
Τίθεται και πάλιν ενώπιόν μας το μέγα μυστήριο της Σαρκώσεως του Υιού και Λόγου του Θεού και η θεανθρώπινη υπόστασή Του, το θεανθρώπινο πρόσωπό Του. Αυτός που είναι ο δημιουργός του σύμπαντος κόσμου, αυτός και κυβερνά και διακρατεί τα σύμπαντα, αυτός που με ένα Του νεύμα μπορεί να κάμει τη Γη ολόκληρη να τρέμει συθέμελα, βρίσκεται ως βρέφος στα χέρια ενός υπερήλικα γέροντα. Πρόκειται για μια παραδοξότητα, που συμβαίνει γιατί ο Θεός, κινούμενος από άπειρη αγάπη προς το πλάσμα του, θέλει να σώσει το ανθρώπινο γένος από την πτώση του, από τη φθορά, την αμαρτία και τον θάνατο.
“Ζήσας ἔτη Συμεών, ἕως εἶδε τὸν Χριστόν, καὶ ἐβόα πρὸς αὐτόν• Νῦν ἀπόλυσιν ζητῶ”. Αφού έζησε πολλά χρόνια ο Συμεών, μέχρι που αξιώθηκε να δει τον Χριστό, φώναζε προς Αυτόν• τώρα ζητώ να μ’ αφήσεις, Κύριε, να πεθάνω.
Αφού αξιώθηκε ο Άγιος Συμεών να δει με τα μάτια του αυτό το Πρόσωπο που για χρόνια ολόκληρα υπομονετικά περίμενε να δει, να δει δηλαδή “τὸ σωτήριον τοῦ Θεοῦ, ὃ ἡτοίμασε κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν” (Λουκ. β’ 30-31), τον Σωτήρα που ετοίμασε ο Θεός για όλους τους λαούς, δεν έχει πλέον κανένα λόγο να ζει επί της γης. Γι’ αυτό και απευθύνει προς τον Πανάγαθο Θεό εκείνο το συγκλονιστικό “Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλον σου, Δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά σου ἐν εἰρήνῃ” (Λουκ. β’ 29)• τώρα μπορείς, Κύριε, ν’ αφήσεις τον δούλο σου να πεθάνει ειρηνικά. Ο δρόμος της σωτηρίας είναι πλέον ανοικτός και ο Άγιος Συμεών τον βλέπει με τα ίδιά του τα μάτια. Ο άδης θα χάσει πλέον τη δύναμή του και την εξουσία που είχε επί των απ’ αιώνος κεκοιμημένων. Αυτήν την αλήθεια διαισθανόμενος ο Γέρων Συμεών είναι έτοιμος ν’ αναχωρήσει για την αιώνια ζωή χωρίς να φοβάται τον θάνατο, που ήταν μεγάλο φόβητρο για τους προ Χριστού ανθρώπους. Αντιμετωπίζει τον θάνατο ως θύρα προς την αιωνιότητα, όπως θα τον αντιμετωπίζουν από τούδε και στο εξής οι αληθινοί Χριστιανοί, οι άγιοι της Εκκλησίας μας.
“Θεοτόκε ἡ ἐλπὶς πάντων τῶν Χριστιανῶν, σκέπε, φρούρει, φύλαττε τοὺς ἐλπίζοντας εἰς σέ”. Θεοτόκε, συ που είσαι η ελπίδα όλων των Χριστιανών, να σκεπάζεις, να φρουρείς και να φυλάττεις όλους όσοι ελπίζουν σ’ εσένα.
Η Θ’ Ωδή των Κανόνων είναι πάντοτε αφιερωμένη στην Παρθένο Μαρία. Γι’ αυτό και αρκετά από τα θαυμάσια αυτά Μεγαλυνάρια της Θ’ Ωδής του Κανόνος της Υπαπαντής απευθύνονται προς αυτήν. Το τελευταίο Μεγαλυνάριο, γνωστό και αγαπητό σε κάθε Ορθόδοξο Χριστιανό, μας υπενθυμίζει με τον πιο όμορφο τρόπο μια μεγάλη αλήθεια: η ελπίδα όλων ημών των Χριστιανών είναι η Υπεραγία Θεοτόκος. Και είναι η ελπίδα μας, γιατί αυτή αξιώθηκε από όλες τις γυναίκες που έζησαν στην πορεία της Ιστορίας να φέρει στον κόσμο τον Σωτήρα του κόσμου, γιατί χωρίς αυτήν δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί το μέγα μυστήριο της Σαρκώσεως του Υιού και Λόγου του Θεού. Η Παναγία μας είναι η επουράνια κλίμακα, διά της οποίας κατέβηκε ο Θεός στη γη, αλλά ταυτοχρόνως και η γέφυρα, που οδηγεί τους ανθρώπους από τη γη στον ουρανό. Σε εποχές, στις οποίες η απελπισία φαίνεται να κυριαρχεί επί της γης και να μονοπωλεί την εγκόσμια πραγματικότητα, όπως είναι και η δική μας εποχή, αυτή η φράση κι αυτή η επίκληση δεν πρέπει να λείπει από το στόμα κανενός Ορθοδόξου Χριστιανού: “Θεοτόκε ἡ ἐλπὶς πάντων τῶν Χριστιανῶν, σκέπε, φρούρει, φύλαττε τοὺς ἐλπίζοντας εἰς σέ”.

(Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Παρέμβαση Εκκλησιαστική. Ορθόδοξο Πνευματικό Έντυπο”, τ. 22)