τοῦ Πρωτ. Μιχαήλ Βοσκοῦ
Λαοὶ χωρὶς ἱστορικὴ μνήμη εἶναι καταδικασμένοι νὰ χαθοῦν ἀπὸ τὶς δέλτους τῆς Ἱστορίας, καθόσον ἡ ἱστορικὴ μνήμη εἶναι ἀναγκαῖος ὅρος γιὰ τὴν ὕπαρξη ἱστορικῆς συνέχειας. Αὐτὸν τὸν σκοπὸ ἐξυπηρετεῖ πρωτίστως καὶ κυρίως ὁ ἑορτασμὸς τῶν ἐθνικῶν ἐπετείων. Οἱ ἐθνικὲς ἐπέτειοι, κατὰ ταῦτα, καὶ ὁ σωστὸς ἑορτασμός τους ἀποτελοῦν τὶς κατάλληλες εὐκαιρίες συντήρησης τῆς ἱστορικῆς μνήμης. Ταυτοχρόνως, ἀποτελοῦν κατάλληλες εὐκαιρίες ἀπόδοσης τιμῆς σ’ ὅλους ἐκείνους ποὺ θυσίασαν αὐτοπροαιρέτως τὴ ζωή τους, γιὰ νὰ εἴμαστε ἐμεῖς σήμερα ἐλεύθεροι, ἀλλὰ καὶ εὐκαιρίες παραδειγματισμοῦ καὶ φρονηματισμοῦ ἀπὸ τὴν «ἀρετὴν καὶ τόλμην» ποὺ ἐκεῖνοι ἐπέδειξαν χάριν τῆς ἐθνικῆς ἐλευθερίας, σύμφωνα μὲ τὸν λόγο τοῦ ποιητῆ Ἀνδρέα Κάλβου: «θέλει ἀρετὴν καὶ τόλμην ἡ ἐλευθερία».
Τόσο τὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ πνεῦμα ὅσο καὶ ἡ χριστιανική μας παράδοση καὶ πίστη μᾶς δίδαξαν τὸν τρόπο νὰ καταφρονοῦμε τὸν θάνατο, ὅταν τοῦτο ἐπιβάλλεται. Ὁ ἀληθινὸς Ἕλληνας καὶ ὁ ἀληθινὸς Χριστιανὸς δὲν ἀφαιρεῖ ζωὲς ἄλλων ἀνθρώπων, γιὰ νὰ ἐπιβάλει διὰ πυρὸς καὶ σιδήρου τὴν πίστη του ἢ τὰ ἰδεώδη του. Ἀντιθέτως, εἶναι ἕτοιμος νὰ θυσιάσει ἑκουσίως τὴ δική του ζωή, γιὰ νὰ μὴν ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του καὶ τὰ ἰδεώδη του, γιὰ νὰ προστατεύσει τὴν ἐθνική του ἐλευθερία. Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς διετύπωσε αὐτὴν τὴν ἀλήθεια μὲ τὸν πλέον σαφὴ τρόπο: «μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδεὶς ἔχει, ἵνα τις τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ» (Ἰω. ιε’ 13). Κανεὶς δὲν ἔχει μεγαλύτερη ἀγάπη ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ θυσιάζει τὴ ζωή του γιὰ χάρη τῶν φίλων του. Ὁ δὲ ρήτορας Δημοσθένης στὸν Ἐπιτάφιό του, ποὺ ἐξεφώνησε γιὰ τοὺς νεκροὺς Ἀθηναίους καὶ Θηβαίους τῆς μάχης τῆς Χαιρωνείας, ἀνέφερε: «τὴν ὑπάρχουσαν πᾶσιν ἔμφυτον τοῦ ζῆν ὑπερεῖδον ἐπιθυμίαν καὶ τελευτῆσαι καλῶς ἠβουλήθησαν ἢ ζῶντες τὴν Ἑλλάδ’ ἰδεῖν ἀτυχοῦσαν, πῶς οὐκ ἀνυπέρβλητον παντὶ λόγῳ τὴν αὐτῶν ἀρετὴν καταλελοίπασιν». Παρέβλεψαν, δηλαδή, τὴν ὑπάρχουσα σὲ ὅλους ἔμφυτη ἐπιθυμία γιὰ ζωὴ καὶ προτίμησαν νὰ πεθάνουν καλῶς, παρὰ νὰ μείνουν ζωντανοὶ καὶ νὰ βλέπουν τὴν κακοτυχία τῆς Ἑλλάδος. Πῶς, λοιπόν, ἡ ἀρετὴ αὐτὴ ποὺ μᾶς ἄφησαν ὡς παρακαταθήκη, νὰ μὴν εἶναι ἀνυπέρβλητη καὶ ἀνέκφραστη;
Αὐτὴ ἡ παρακαταθήκη τῆς αὐτοπροαιρέτου θυσίας, τῆς αὐτοθυσίας γιὰ τὸ κοινὸ καλό, κυριαρχεῖ στὴν Ἑλληνικὴ Ἱστορία μέσα στοὺς αἰῶνες. Ἀπὸ τὶς μάχες τοῦ Μαραθώνα, τῶν Θερμοπυλῶν, τῆς Σαλαμίνας καὶ τῶν Πλαταιῶν μέχρι τὴν ἡρωϊκὴ θυσία τοῦ Γρηγόρη Αὐξεντίου στὰ βουνὰ τοῦ Μαχαιρᾶ καὶ τῶν λοιπῶν ἡρώων τῆς Κυπριακῆς ἐποποιίας τοῦ 1955-59. Σ’ ὅλες αὐτὲς τὶς κορυφαῖες στιγμὲς τῆς ἔνδοξης Ἑλληνικῆς Ἱστορίας ἐπαναλαμβανόταν πάντοτε τὸ ἴδιο μοτίβο: οἱ λίγοι καὶ ἀδύναμοι μπροστὰ στοὺς πολλοὺς καὶ ἰσχυροὺς νὰ περιφρονοῦν τὸν θάνατο, νὰ φανερώνουν τὸ μεγαλεῖο τῆς ψυχῆς τους καὶ νὰ μεγαλουργοῦν. Ἀκόμη καὶ ὁ ἴδιος ὁ σφαγέας τῆς Εὐρώπης Ἀδόλφος Χίτλερ, ἐντυπωσιασμένος ἀπὸ τὰ κατορθώματα τοῦ Ἕλληνα στρατιώτη, ὁμολόγησε, ὅτι: «ἐξ ὅλων τῶν ἀντιπάλων ποὺ μᾶς ἀντιμετώπισαν, μόνον ὁ Ἕλληνας στρατιώτης πολέμησε μὲ παράτολμο θάρρος καὶ ὕψιστη περιφρόνηση πρὸς τὸν θάνατο».
28η Ὀκτωβρίου, λοιπόν, σήμερα. Ἐπέτειος τοῦ ἡρωϊκοῦ ΟΧΙ, ἐπέτειος τῆς ἡρωϊκῆς ἀντίστασης τοῦ Ἑλληνισμοῦ στὸ Ἀλβανικὸ μέτωπο. Μιὰ ἀπὸ τὶς λαμπρότερες καὶ ἐνδοξότερες σελίδες στὴν Ἱστορία τοῦ Νεώτερου Ἑλληνισμοῦ. Ἡ Εὐρώπη, λίγα μόλις χρόνια μετὰ τὸν καταστροφικὸ Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, βρίσκεται ξανὰ ἀντιμέτωπη μὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους κινδύνους ποὺ ἀντιμετώπισε στὰ νεώτερα χρόνια: τὴν ἐπικράτηση τοῦ ναζισμοῦ καὶ τοῦ φασισμοῦ, τὴν ἐπικράτηση τῆς φρίκης καὶ τῆς βαρβαρότητος. Κάποιες χῶρες, καὶ δὴ γειτονικὲς τῆς Ἑλλάδος, προτίμησαν τὴν εὔκολη καὶ χωρὶς κόστος οὐδετερότητα, ἄλλες συντάχθηκαν μὲ τὸ φασιστικὸ στρατόπεδο. Ἡ μικρὴ καὶ ἀδύναμη Ἑλλάδα, ὅμως, ποὺ μόλις 18 χρόνια πρὶν ἔζησε τὴ φοβερὴ τραγωδία τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς, φάνηκε γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ ἀντάξια τῆς Ἱστορίας της. Προτίμησε τὸν δρόμο τῆς τιμῆς καὶ τῆς ἀξιοπρέπειας, τὸν δρόμο τῆς ἀντίστασης καὶ τῆς ἡρωϊκῆς αὐτοθυσίας.
Τὸ ΟΧΙ τοῦ Ἕλληνα Πρωθυπουργοῦ Ἰωάννη Μεταξᾶ τὰ ξημερώματα τῆς 28ης Ὀκτωβρίου στὸ τελεσίγραφο τοῦ Μπενίτο Μουσολίνι - μέσῳ τοῦ πρέσβη τῆς Ἰταλίας Ἐμμανουέλε Γκράτσι - ἦταν ἡ στεντόρεια ἀπάντηση τῆς Ἑλληνικῆς Ἱστορίας καὶ τοῦ Ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ σ’ αὐτὴν τὴν πρόκληση τῆς φρίκης καὶ τῆς βαρβαρότητος. Ἡ φασιστικὴ Ἰταλία τοῦ Μπενίτο Μουσολίνι, ἔχοντας πίσω της πανίσχυρα καὶ πάνοπλα στρατεύματα, ἤθελε νὰ καταλάβει στρατηγικῆς σημασίας σημεῖα τοῦ Ἑλληνικοῦ ἐδάφους γιὰ τὶς δικές της πολεμικὲς ἀνάγκες. Θεωροῦσε μάλιστα δεδομένη τὴν ἀποδοχὴ τοῦ τελεσιγράφου, γιατὶ ἤξερε ὅτι εἶχε ἀπέναντί της μιὰ χώρα μικρὴ καὶ πολὺ πιὸ ἀδύναμη στρατιωτικά. Ὡστόσο, ὁ Ἰωάννης Μεταξᾶς φάνηκε στὴ δεδομένη ἱστορικὴ στιγμὴ ἀντάξιος τῆς παρακαταθήκης τῶν ἀρχαίων προγόνων, ἀντάξιος τῆς Ἑλληνικῆς Ἱστορίας. Τὸ δικό του ΟΧΙ ὑπῆρξε, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε, τὸ «Μολών λαβὲ» τοῦ Ἑλληνισμοῦ τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος. Ἦταν ἕνα ἰσχυρὸ ΟΧΙ στὸν ναζισμὸ καὶ στὸν φασισμό, ἕνα ἰσχυρὸ ΟΧΙ στὴν ἐπιβολὴ τοῦ νόμου τοῦ ἰσχυροῦ, τοῦ νόμου τῆς ζούγκλας, ἕνα ἰσχυρὸ ΟΧΙ στὴν καταρράκωση τῆς ἀξιοπρέπειας τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν λαῶν.
Αὐτὸ τὸ ΟΧΙ δὲν ἦταν μονάχα ἡ προσωπικὴ ἀπάντηση τοῦ Ἰωάννη Μεταξᾶ στὸν Ἰταλὸ πρέσβη καὶ στὸν Ἰταλὸ δικτάτορα. Ἦταν ἡ ἀπάντηση ὁλοκλήρου τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἦταν ἡ ἀπάντηση ὁλοκλήρου τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ. Καὶ τοῦτο φάνηκε ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ μὲ τὴν παλλαϊκὴ κινητοποίηση τοῦ ἁπανταχοῦ Ἑλληνισμοῦ καὶ τὴν ἡρωϊκὴ ἀντίστασή του στὸ Ἀλβανικὸ μέτωπο. Μὲ τὴν κήρυξη γενικῆς ἐπιστράτευσης τὸ πρωῒ τῆς 28ης Ὀκτωβρίου ὁ πολεμικὸς μηχανισμὸς τῆς χώρας τέθηκε ἀμέσως σὲ κίνηση. «Ποτὲ πρὶν οἱ ῞Ελληνες δὲν ἔσπευσαν στὸ μέτωπο μὲ τὸν ἐνθουσιασμὸ ποὺ ἔσπευσε ἡ γενιὰ τοῦ ’40. Συσσωρευμένες προσβολὲς καὶ προκλήσεις ἀπὸ τὸν ἐχθρό, καθὼς καὶ οἱ ταπεινώσεις ἀπὸ τὴ δικτατορία, ἀσφαλῶς συνέβαλαν στὸ ἐκρηκτικὸ ἐκεῖνο πανηγύρι ποὺ ἔφερνε τὴ λύτρωση» (Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, Τόμος ΙΕ’, σ. 417). Οἱ βουνοκορφὲς τῆς Πίνδου καὶ τῆς Ἠπείρου ἔγιναν, τοιουτοτρόπως, ὁ τάφος, ὅπου ἐνταφιάστηκαν ὁριστικὰ οἱ Ἰταλικὲς φιλοδοξίες.
Ἡ ἐποποιία ποὺ γράφτηκε μὲ τὴν ἡρωϊκὴ ἀντίσταση τοῦ Ἕλληνα στρατιώτη στὴν ἰταμὴ ἀξίωση τῆς φασιστικῆς βίας, ἡ ἐποποιία ποὺ γράφτηκε μὲ τὴν ἡρωϊκὴ Ἑλληνικὴ ἀντεπίθεση καὶ τὴν προέλαση στὴν Ἀλβανία ἦταν ἕνα πραγματικὸ θαῦμα, ποὺ συντελέστηκε ὑπὸ τὴ σκέπη καὶ μὲ τὴ βοήθεια τῆς Ὑπερμάχου Στρατηγοῦ τοῦ γένους μας, τῆς Παναγίας μας. Ἀρκεῖ νὰ φέρουμε στὴ μνήμη μας ὅλους ἐκείνους τοὺς Ἕλληνες λεβέντες, ποὺ μὲ ἐλάχιστα πολεμοφόδια μέσα στὸν βαρὺ Χειμώνα στὰ βουνὰ τῆς Ἠπείρου καὶ τῆς Πίνδου, μὲ κρυοπαγήματα στὰ πόδια, ἀλλὰ μὲ τὴν αἴσθηση ὅτι σηκώνουν στοὺς ὤμους τους τὴν Ἱστορία χιλιάδων χρόνων, βροντοφώναζαν «ΑΕΡΑ». Ἀρκεῖ νὰ φέρουμε στὴ μνήμη μας ὅλες ἐκεῖνες τὶς λεβέντισσες γυναῖκες Ἠπειρώτισσες, τὰ «ξαφνιάσματα τῆς φύσης», ποὺ περπατώντας μέσα στὸ χιόνι κουβαλοῦσαν ὀβίδες χωρὶς ν’ ἀγκομαχοῦν. Ἦταν σὰν νὰ φώναζαν ὅλα, ὅπως γράφει ὁ Νικηφόρος Βρεττάκος, «Ἴτε παῖδες Ἑλλήνων». Μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου γράφτηκαν ἀμέτρητες ἡρωϊκὲς σελίδες: Κορυτσά, Πρεμετή, Ἅγιοι Σαράντα, Ἀργυρόκαστρο, Χειμάρα, Κλεισούρα ...
Ὁ Ἀδόλφος Χίτλερ καὶ ὁ πανίσχυρος Γερμανικὸς στρατὸς παρενέβησαν, γιὰ νὰ διασώσουν τὸν σύμμαχό τους, ποὺ ἀποδείχθηκε τραγικὰ ἀνίσχυρος μπροστὰ στὴν ἀπαράμιλλη ἀνδρεία τοῦ Ἕλληνα στρατιώτη. ῾Η Ἑλληνικὴ ἀντίσταση, ὡστόσο, συνεχίστηκε στὴν Ἀνατολικὴ Μακεδονία καὶ στὴ Δυτικὴ Θράκη. Μπορεῖ ν’ ἀκολούθησε τελικὰ ἡ κατάληψη τῆς Ἑλλάδος ἀπὸ τοὺς Γερμανοὺς καὶ ἡ βάρβαρη Γερμανικὴ κατοχή, ἡ νίκη, ὅμως, τῆς Ἑλλάδος στὸ Ἀλβανικὸ μέτωπο καὶ ἡ σθεναρὴ ἀντίσταση στὴ Γερμανικὴ ἐπίθεση στὴ Μακεδονία καὶ στὴ Θράκη ἦταν ἡ πρώτη νίκη τῶν Συμμάχων ἐναντίον τῶν φαινομενικὰ ἀνίκητων δυνάμεων τοῦ Ἄξονος. Ἡ ἡρωϊκὴ ἀντίσταση τοῦ Ἑλληνικοῦ στρατοῦ στὴ Γερμανικὴ εἰσβολὴ ἔδωσε τὴ δυνατότητα στοὺς Βρετανοὺς νὰ σταθεροποιήσουν τὴ θέση τους στὴν Ἀφρικὴ καὶ στὴν Ἐγγὺς καὶ Μέση Ἀνατολή. Καθυστέρησε, ἐπίσης, τὴν ἐπιχείρηση «Βarbarossa», τὴν εἰσβολὴ δηλαδὴ τοῦ Γερμανικοῦ στρατοῦ στὴ Σοβιετικὴ Ἕνωση, καὶ βοήθησε ὥστε τελικὰ αὐτὴ νὰ ἀποτύχει, ἀφοῦ πρόλαβε τοὺς Γερμανοὺς ὁ βαρύτατος Ρωσικὸς Χειμώνας. Ἔτσι ἡ μικρὴ Ἑλλάδα ἄλλαξε τὸν ροῦ τῆς Ἱστορίας, σώζοντας ὁλόκληρη τὴν Εὐρώπη, ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρο τὸν κόσμο, ἀπὸ τὴν ἐπικράτηση τῶν δυνάμεων τοῦ Ἄξονος καὶ τὴ συνεπακόλουθη ἐπικράτηση τοῦ ναζισμοῦ καὶ τοῦ φασισμοῦ.
Στὴν ἀντίσταση ἐνάντια στὸν φασισμὸ καὶ στὸν ναζισμὸ σημαντικὴ ὑπῆρξε καὶ ἡ συμμετοχὴ τῆς ὑπόδουλης τότε στοὺς Ἄγγλους Κύπρου. Δεκάδες χιλιάδες Ἕλληνες τῆς Κύπρου ἀγωνίστηκαν μὲ τὸν συμμαχικὸ στρατό, ἐνῶ ἀρκετοὶ ἦταν καὶ ἐκεῖνοι ποὺ κατατάγηκαν ὡς ἐθελοντὲς στὸν Ἑλληνικὸ στρατὸ καὶ πολέμησαν στὸ Ἀλβανικὸ μέτωπο, παρὰ τὰ ἐμπόδια ποὺ παρενέβαλε πρὸς τοῦτο ἡ Βρετανικὴ κυβέρνηση καὶ παρὰ τὶς ἀνυπέρβλητες δυσκολίες μετάβασής τους στὴν Ἑλλάδα. Ἀπὸ τοὺς Κυπρίους ἐθελοντὲς τοῦ Βρετανικοῦ στρατοῦ, ποὺ δὲν ἦταν μόνο Ἕλληνες, ἀλλὰ καὶ Τοῦρκοι, Ἀρμένιοι, Μαρωνῖτες καὶ Λατῖνοι, ἀρκετὲς ἑκατοντάδες θυσίασαν τὴ ζωή τους. Γενναιόδωρη, ὅμως, ὑπῆρξε καὶ ἡ οἰκονομικὴ ἐνίσχυση τῆς Ἑλληνικῆς ἀντίστασης μέσῳ τῆς διεξαγωγῆς ἐράνων, παρὰ τὴ φτώχεια καὶ τὴν ἀνέχεια, στὴν ὁποία ζοῦσαν οἱ Ἕλληνες τῆς Κύπρου. Ἑκατοντάδες χιλιάδες λίρες συγκεντρώθηκαν τότε ἀπὸ τὸ ὑστέρημα τῶν Ἑλληνων τῆς Κύπρου. Σημειώνει σχετικὰ ὁ Καθηγητὴς Πέτρος Παπαπολυβίου: «Δεκάδες χιλιάδες Κύπριοι, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, οἱ παπποῦδες μας καὶ οἱ γιαγιάδες μας, μέσα σὲ κλίμα ἔντονης συγκινησιακῆς φόρτισης καὶ ἐνθουσιασμοῦ πρόσφεραν τὰ δακτυλίδια τους καὶ ἄλλα προσωπικά τους εἴδη καὶ χρυσαφικά, μεγάλης ὑλικῆς ἀλλὰ κυρίως συναισθηματικῆς ἀξίας, στοὺς δίσκους ποὺ περιφέρονταν στοὺς ναούς, μὲ τὴν εὐλογία τῆς Ἐθναρχούσης Ἐκκλησίας, γιὰ τὴ στρατιωτικὴ ἐνίσχυση τῆς Ἑλλάδος». Καὶ κάτι τελευταῖο: τὴν ἐποποιία τοῦ Ἀλβανικοῦ μετώπου καὶ τὴν Ἐθνικὴ Ἀντίσταση ἀκολούθησε στὴν Ἑλλάδα ὁ τραγικὸς ἐμφύλιος σπαραγμός, ποὺ εἶχε δραματικὲς συνέπειες γιὰ ὁλόκληρο τὸν Ἑλληνισμὸ καὶ ἐπηρέασε ἀρνητικὰ τὴν παραπέρα πορεία τῆς Ἑλλάδος, ἀλλὰ ἐμμέσως καὶ τὴν παραπέρα πορεία τῆς Κύπρου. Αὐτὴ ἡ τραγικὴ κατάληξη τοῦ ἡρωϊκοῦ ΟΧΙ καὶ τῆς ἐποποιίας τοῦ 1940-41 φανερώνει μιὰ μεγάλη ἀλήθεια: ὅταν οἱ Ἕλληνες εἴμαστε ἑνωμένοι μεγαλουργοῦμε, ὅταν, ὅμως, εἴμαστε διχασμένοι ὁδηγούμαστε σὲ μεγάλες περιπέτειες καὶ φοβερὲς καταστροφές.
Ἂς μὴν περιοριστοῦμε, λοιπόν, κατὰ τὴ σημερινὴ ἐθνικὴ ἐπέτειο μονάχα στὴ συντήρηση τῆς ἱστορικῆς μνήμης, οὔτε μονάχα στὴν ἀπόδοση τιμῆς στοὺς ἥρωες τοῦ Ἀλβανικοῦ μετώπου καὶ τῆς Ἐθνικῆς Ἀντίστασης. Ἂς κρατήσουμε ὡς ζῶσα παρακαταθήκη τὴν «ἀρετὴν καὶ τόλμην», ποὺ ἐκεῖνοι ἐπέδειξαν, καὶ τὴν ἐθνικὴ ὁμοψυχία, ποὺ τοὺς ἐπέτρεψε νὰ γράψουν μὲ χρυσὰ γράμματα τὸ ὄνομα τῆς Ἑλλάδος στὶς δέλτους τῆς Ἱστορίας. Μονάχα μὲ «ἀρετὴν καὶ τόλμην», μονάχα μὲ ἐθνικὴ ὁμοψυχία θὰ μποροῦμε νὰ ἐλπίζουμε στὴν ἱστορικὴ συνέχεια τοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Εκφωνήθηκε στην Δοξολογία που τελέστηκε στις 28 Οκτωβρίου 2019