του Πρωτ. Μιχαήλ Σπανού

Ο θεσμός της νηστείας, και μάλιστα για συγκεκριμένες ημέρες του χρόνου είχε οριστεί ήδη στην Παλαιά Διαθήκη. Από πολύ νωρίς η Εκκλησία, ακολουθώντας την παράδοση των προφητών, συνέχισε τον ιερό αυτό θεσμό. Όχι μόνο νήστευαν οι Απόστολοι, αλλά θέσπισαν και τις εβδομαδιαίες νηστείες της Τετάρτης και Παρασκευής, (βλ. «Διδαχή των Αποστόλων» κείμενο του 60-100 μ. Χ.). Αρχαία επίσης είναι και η νηστεία της Μ. Τεσσαρακοστής. Διαμορφώθηκε με βάση τις τεσσαρακονθήμερες νηστείες των προφητών Μωυσέως και Ηλιού αλλά και του ίδιου του Χριστού. Διά νηστείας οι προφήτες αξιώθηκαν να δουν τον ίδιο τον Θεό στο όρος Σινά/Χωρήβ, ενώ ο Κύριος μετά από το Βάπτισμά του οδηγήθηκε στην έρημο από το Πνεύμα το άγιο, για να νηστέψει σαράντα ημέρες.
nisteia 1Η Εκκλησία επομένως, δεν πρωτοτύπησε σε ό,τι αφορά στη νηστεία, αλλά ακολούθησε με ακρίβεια το παράδειγμα του ίδιου του ιδρυτού της. Ο Χριστός, όχι μόνο νήστεψε, αλλά άφησε και σαφείς οδηγίες στους μαθητές του περί της νηστείας (βλ. Ματθ. στ’, 16-18). Σε μία πολύ σημαντική αναφορά του ο Κύριος μας εξηγεί και έναν από τους κύριους στόχους της νηστείας μας. Αφού οι μαθητές απέτυχαν να θεραπεύσουν τον σεληνιαζόμενο, ερωτούν γιατί δεν μπόρεσαν να εκβάλουν το δαιμόνιό του, για να τους απαντήσει ο Χριστός: «τοῦτο τό γένος ἐν οὐδενί δύναται ἐξελθεῖν εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ» (Μάρκ. θ’, 29).
Ο ίδιος ο Χριστός με τη νηστεία του στην έρημο μάς δείχνει έμπρακτα την ερμηνεία του στίχου αυτού. Στην έρημο ήρθε αντιμέτωπος με τον ίδιο τον διάβολο, ο οποίος προσπάθησε να τον νικήσει, όμως ο Χριστός νηστεύοντας συνέτριψε τις επιθέσεις του, αφού «οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος» (Ματθ. δ’, 4). Ένας από τους κύριους σκοπούς της νηστείας είναι η καθαίρεση των δαιμονικών δυνάμεων. Σύμφωνα με την πατερική παράδοση, οι δαίμονες ουσιαστικά ταυτίζονται με τους εμπαθείς λογισμούς. Η δε νηστεία αποτελεί τη θεραπεία αυτών των λογισμών και επομένως την καθαίρεση των δαιμόνων. Ο άνθρωπος μετά από την πτώση βρέθηκε απογυμνωμένος από τη θεία Χάρη. Οι δαίμονες, βρίσκοντας τον άνθρωπο σε αυτή την άθλια κατάσταση, τον εγκλωβίζουν ακόμη πιο πολύ στην αμαρτία με τους εμπαθείς λογισμούς. Τον ξεγελούν, ώστε ενώ πράττει την αμαρτία και απομακρύνεται περισσότερο από τον Θεό, εκείνος να νομίζει πως πράττει το αγαθό.
Η νηστεία βοηθά να νικήσουμε τα πάθη μας, διότι, κατ’ αρχήν, καλλιεργεί την ταπείνωση. Αποκόπτουμε τις ηδονές, αρνούμαστε την τρυφή και καθετί το περιττό για τη συντήρηση της ζωής. Η τρυφή όχι μόνο δεν συμβάλλει στην πνευματική ζωή αλλά είναι και επιζήμια, αφού εκτρέφει τον εγωισμό μας. Ο ιερός Χρυσόστομος λέγει πως ακόμη και η τρυφή του Παραδείσου φάνηκε «επιζήμια» για τους πνευματικά άπειρους πρωτόπλαστους. Εκείνοι, ευρισκόμενοι μέσα στην τρυφή ναυάγησαν πνευματικά, ενώ οι άγιοι μέσα από τις νηστείες και τις στερήσεις επανέκτησαν την κοινωνία τους με τον Θεό. Μας βοηθά επίσης η νηστεία στην ταπείνωση, διότι με αυτή κάνουμε υπακοή στην Εκκλησία και όχι στη δική μας θέληση. Κάνουμε εκκοπή του δικού μας θελήματος, ταυτίζουμε το δικό μας θέλημα με το θέλημα της Εκκλησίας, ώστε να μην είναι οδηγός στη ζωή μας ο ναρκισσισμός μας αλλά η βούληση του αγίου Πνεύματος.
Η ταπείνωση είναι η βάση της Μ. Τεσσαρακοστής, αλλά και όλου του πνευματικού αγώνα μας. Γι’ αυτό και τονίζεται ήδη από την αρχή του Τριωδίου με την παραβολή του Τελώνου και Φαρισαίου, ως προπαρασκευή στη νηστεία. Όλα τα πάθη και οι αμαρτίες πηγάζουν από τον εγωισμό του ανθρώπου, αυτή ουσιαστικά ήταν η πρώτη αμαρτία, και, κατ’ επέκταση, πηγή όλων των υπολοίπων αμαρτιών. Οι πρωτόπλαστοι εξεβλήθησαν εκ του Παραδείσου, διότι δεν νήστεψαν – παρήκουσαν στην εντολή του Θεού. Προέκριναν το δικό τους θέλημα, αντί το θέλημά Του, έχασαν τον Παράδεισο όχι λόγω της τροφής, αλλά διότι δεν νήστεψαν από τον εγωισμό τους. Εμείς νηστεύουμε από την τροφή για να ταπεινωθούμε και να αναιρέσουμε έτσι τα αποτελέσματα της παρακοής τους (Μ. Βασίλειος).
Η νηστεία καθαίρει τις δαιμονικές δυνάμεις και με έναν άλλο τρόπο. Μας βοηθά να «αποκοπούμε» από τα υλικά αγαθά. Η ύλη είναι ιερή, δημιούργημα και δώρο της αγάπης του Θεού. Επομένως οι τροφές, το ποτό, τα χρήματα κ.τ.λ., δεν είναι ασφαλώς απόβλητα. Πρόβλημα δημιουργείται μόνο από την εσφαλμένη χρήση τους, όταν με τη λανθασμένη αξιολόγησή τους «καταλαμβάνουν» τη θέση που θα έπρεπε να έχει στην ψυχή μας ο Θεός. Όταν, εξαιτίας των παθών μας, η ύλη γίνεται αιτία να λησμονήσουμε τον Θεό, και να αποδημήσουμε «εἰς χώραν μακράν». Η νηστεία αποκόπτοντάς μας από την ύλη, δημιουργεί τις κατάλληλες προϋποθέσεις για μετάνοια και την επιστροφή μας στην «πατρική οικία». Και τούτο διότι με την απομάκρυνσή μας από τα υλικά αγαθά, διευκολύνεται η επιστροφή και η συγκέντρωση του νου μας πίσω στον Θεό, συντρίβοντας έτσι και τις αντικείμενες δυνάμεις. Γι’ αυτό και ο Μ. Βασίλειος γράφει πως «μετάνοια χωρίς νηστείας αργή».
Οι πατέρες τονίζουν πως η αληθινή νηστεία δεν είναι μόνο η αποχή από την ύλη, αλλά και η νηστεία της κακίας: «Νηστεύοντες ἀδελφοί σωματικῶς, νηστεύσωμεν καί πνευματικῶς, λύσωμεν πάντα σύνδεσμον ἀδικίας» (ύμνος Τριωδίου). Ποιο το όφελος εξάλλου εάν δεν τρώμε πουλιά και ψάρια, αλλά δαγκώνουμε τους αδελφούς μας; (Χρυσόστομος). Η σωματική νηστεία δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά μόνο μέσο για την καλλιέργεια των αρετών και την εκρίζωση των παθών. Γι’ αυτό, αν θα είναι ειλικρινής η νηστεία μας, πρέπει να συνοδεύεται και από έργα άξια της μετανοίας, έργα πίστεως, έργα αγάπης. Αυτός είναι και ο λόγος που πριν από την έναρξη της νηστείας ακούσαμε τη διήγηση της τελικής κρίσεως (Ματθ. κε’ 31-46). Εκεί ο Κύριος μας είπε πως αν δεν δείξουμε αγάπη και έλεος στους πάσχοντες αδελφούς μας, τότε είναι μάταιες οι νηστείες και οι εγκράτειές μας, αφού περιφρονήσαμε τις ζωντανές εικόνες Του, τους αδελφούς μας. Μιμηθήκαμε τη σωματική νηστεία Του, ένα μικρό μέρος της ζωής Του, αλλά δεν μιμηθήκαμε τον κύριο σκοπό όλης της επίγειας ζωής Του, το έλεος που έδειξε στην πάσχουσα φύση μας.
Κλείνοντας, ας επιστρέψουμε στα δεσποτικά λόγια: «τοῦτο τό γένος ἐν οὐδενί δύναται ἐξελθεῖν εἰ μη ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ». Εκτός από τη σωματική άσκηση, την αποχή μας από την πονηρία και την εξάσκηση της αγάπης, η νηστεία μας για να τελεσφορήσει πρέπει να συνοδεύεται και από την προσευχή. Η προσευχή είναι «αδελφή» και «σύμμαχος προς βοήθειαν» της νηστείας, αφού, κατά τον Χρυσόστομο, «κἄν θάνατος ᾖ κἄν πειρασμός, ἤ ἕτερόν τι τῶν κακῶν, εὐχῇ καί νηστείᾳ διαλύεται».
Σύμφωνα με τους πατέρες της Εκκλησίας, η αληθινή Νηστεία έχει δύο βασικές πτυχές, η μία ταυτίζεται με τη σωματική εγκράτεια, την αποχή από τις τροφές. Ο δεύτερος άξονας της νηστείας κινείται σε εσωτερικό επίπεδο και ταυτίζεται με την εγκράτεια κατά των παθών, τη νίκη κατά της αμαρτίας. Η δεύτερη αυτή πτυχή είναι και η βασικότερη.

(Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Παράκληση. Περιοδική Ἔκδοση Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λεμεσοῦ”, τεῦχος 77)