του Παύλου Μουκταρούδη, Θεολόγου

«Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ» (Β' Κορ. 12,2)
Τέλειος και ανεπανάληπτος "εν Χριστώ" άνθρωπος είναι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, και ακολουθούν οι "κατά χάριν", "εν Χριστώ" άνθρωποι, "εκ παντός έθνους και φυλών και λαών και γλωσσών" (Ἀποκ. 7, 9).
Όσοι πιστεύσουν στον Χριστό και βαπτισθούν, λαμβάνουν την αναγκαία Χάρη, για την πορεία της θεώσεως, που είναι επίτευγμα, κατά το πλείστο, της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος και λιγότερο της πνευματικής ασκήσεως του ανθρώπου για κάθαρση της ψυχής από τα πάθη, με την εργασία των αγίων του Χριστού εντολών. Τέτοιος άνθρωπος, τον οποίο απειργάσθη η αγάπη του Σταυρωθέντος και Αναστάντος Χριστού, αλλά και η δική του συσταύρωσις και συνανάστασις με τον Χριστό είναι και ο Απόστολος Παύλος, ο πριν διώκτης και βλάσφημος Σαύλος και έπειτα πρωταθλητής για το βραβείο της Βασιλείας του Θεού. Ο Χριστός, τον είχε προορίσει για το αποστολικό αξίωμα "ἐκ κοιλίας μητρός του" (Γαλ. 1,15). Θα λάβει «δύναμιν εξ ύψους» και θα Τον κηρύξει "εις πάντα τα έθνη", για να ενταχθούν και αυτά στον χορό των Αγίων στη Βασιλεία Του.
apostolos Pavlos1. Το θαύμα της μεταστροφής.
Όταν αγνοούσε τον Χριστό και μετέβαινε από τα Ιεροσόλυμα στη Δαμασκό για να συλλάβει και φυλακίσει τους Χριστιανούς, έγινε το μεγάλο θαύμα: "Συνελήφθη" απ’ Αυτόν που πήγαινε να "συλλάβει" για να "μεταστοιχειωθεί" (= να μεταβληθεί) σε κάτι άλλο απ’ αυτό που ήταν, σε "έναν άλλο Χριστό" (Διον. Αρεοπαγίτης).
Του αποκαλύφθηκε ο Χριστός με Φως, που, σύμφωνα με το βιβλίο των Πράξεων, ήταν "υπέρ την λαμπρότητα του ηλίου", τον "περιήστραψε", έπεσε κάτω και άκουσε φωνή να του λέγει: "Σαοὺλ Σαούλ, τί μὲ διώκεις;" (Πράξ. θ' 3-5). Οι φυσικοί οφθαλμοί Του, μην μπορώντας να βαστάσουν τη θεία αυτή και απόρρητη έλλαμψη του υπερφυούς Φωτός, τυφλώθηκαν. Ήταν Φως ενυπόστατο, ο ίδιος ο Χριστός, ο Θεάνθρωπος. Και ο Παύλος "εἶδε, νοερούς, Θεοῦ συγκατάβασιν καὶ ἐξεπλάγη". Είδε το "από αιώνος απόκρυφον Μυστήριον»: Τον απερίγραπτο Θεό να "λαμβάνει δούλου μορφήν", να γίνεται Σεσαρκωμένος, Εσταυρωμένος, να ενταφιάζεται και να ανίσταται και να νικά "θανάτω" τον θάνατον. Ήταν "φανέρωσις ανεπινόητος" (Άγ. Μάξιμος). Αργότερα θα γράψει σε όσους θα αμφισβητούν το αποστολικό του αξίωμα: "οὐχὶ τὸν Κύριον Ἰησοῦν ἐγὼ ἐώρακα;" (Α' Κορ. 9, 1).
Είδε πως η πεπτωκύια ανθρώπινη φύσις αγιάζεται, λαμπρύνεται, σώζεται, ενώνεται με τον ίδιο τον Θεό και ανυψουται "υπεράνω πάσης αρχής και εξουσίας και δυνάμεως και κυριότητος" (Ἐφ. 1, 21). Γνώρισε την Αλήθεια, ότι μόνο ο Χριστός σώζει και όχι ο Μωσαϊκός Νόμος, στον οποίο ήταν προσκολλημένος. Και αμέσως άλλαξε πεποίθηση. "Ὢ ἔκπληξις τῆς ἀμέτρου Χάριτος τοῦ Θεοῦ! Τὸν εἰς ἀδὴν πεσόντα ἐγείρει ἐν δόξη" (αββάς Ισαάκ). Μετά από δεκατέσσερα χρόνια, όταν θα τον δυσφημούν και θα διαλαλούν οι ψευδαπόστολοι, ότι δεν είναι γνήσιος απόστολος και θα κατασκανδαλίζουν τους πιστούς, που Αυτός θα αγωνίζεται να σώσει, για να υπερασπισθεί το ευαγγελικό και σωτήριο κήρυγμά του, θα γράψει στους Κορινθίους γι’ αυτό το όραμα: ότι "ηρπάγη μέχρι τρίτου ουρανού και ήκουσεν άρρητα ρήματα που είναι απρόσιτα στα σωματικά αισθητήρια του ανθρώπου" (Β' Κορ. 12, 3-5).
Σύμφωνα με τους αγίους Πατέρες αυτή η "αρπαγή" είναι βίωμα πνευματικό, εσωτερική εμπειρία, κατά την οποία ο νους εξέρχεται από όλα τα αισθητά και τα γήινα και από τον ίδιο τον εαυτό του "πάσχοντος" τη θεία αρπαγή και βρίσκεται "ἐν τῷ Θεῶ". Γι’ αυτό δεν γνωρίζει αν είναι "εν σώματι" ή "εκτός του σώματος". Ήταν "μια θεία ενέργεια", "θεία μέθεξις". Ο Παύλος ενωνόταν με τον Χριστό "ἐν Πνεύματι Ἁγίω". Και "έπασχε την θέωσιν" (άγ. Μάξιμος). Το Άγιο Πνεύμα αφαίρεσε από τον Παύλο το κάλυμμα των παθών, γι’ αυτό και είδε τα αθέατα και άκουσε τα άρρητα. Όλος ο Παύλος, επομένως και οι αισθήσεις του, μεταμορφώθηκαν. Έγιναν "ἐν Χριστῷ" και "ἐν Ἁγίω Πνεύματι", όπως στο Θαβώρ των τριών Μαθητών. Μπορεί να τυφλώθηκαν οι φυσικοί του οφθαλμοί, αλλά άνοιξαν οι οφθαλμοί της ψυχής με τους οποίους "οράται" η θεία δόξα. Ο Παύλος την είδε να καλύπτει την "σύμπασαν κτίσιν". Όχι μόνο "ἐν ὑψίστοις", αλλά και "ένδον του Σπηλαίου" της Βηθλεέμ και στον Σταυρό, όπου δεν έπαυε να είναι ο Βασιλεύς της δόξης και στα καταχθόνια όπου ο άδης έγινε ουρανός.
Παρόλο το υπερφυές γεγονός ο Παύλος πρέπει να διέλθει και διά της Εκκλησίας, που είναι το Σώμα του Χριστού. Εκεί ο εκπρόσωπός της, ο Ανανίας, τον βαπτίζει και "ενδύεται τον Χριστόν".
2. Μετά τη μεταστροφή.
Ο Παύλος γίνεται "Απόστολος Ιησού Χριστού" και αρχίζει τον αγώνα της αναπλάσεώς του εις "καινὸν ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ". Τον "ἐν σαρκὶ" Σαύλον τον νεκρώνει, τον διαλύει. Ποθεί "ἐξ ὅλης ψυχῆς καὶ καρδίας καὶ διανοίας" τον Χριστό και τον Σταυρό Του. Οι θλίψεις, οι δοκιμασίες, οι διωγμοί, τα ναυάγια, οι δαρμοί, οι ραβδισμοί, οι λιθοβολισμοί τα δεσμά του, είναι τα καλύτερα κοσμήματα της ψυχής του. "Μεταξύ της αρπαγής του στον τρίτο ουρανό και των αλύσεών του, εγώ προτιμώ τας αλύσεις του" (Ι. Χρυσόστομος). Η αγάπη του στον Χριστό τον διακατέχει. Είναι ένας θείος έρωτας που συνεχώς αυξάνει και "επεκτείνεται έμπροσθεν", στον Χριστό και έχει την πεποίθηση ότι σ’ ολόκληρη την κτίση δεν θα βρεθεί οτιδήποτε να τον χωρίσει απ’ αυτή την πύρινη αγάπη. "Ούτε θάνατος ούτε ζωή, ούτε άγγελοι ούτε δυνάμεις, ούτε ενεστώτα ούτε μέλλοντα ούτε ... ούτε ... δυνήσεται ημας χωρίσαι από της αγάπης του Θεού της εν Χριστώ Ιησού" (Ῥωμ. 8, 35-39). Του αρκεί να είναι με τον Χριστό, να Τον αγαπά την πρώτη αγάπη κι ας πεθαίνει καθημερινά με μαρτυρικό θάνατο. Η αγάπη νικά τον θάνατο.
Αυτό είναι βίωση της Αναστάσεως, η οποία διέρχεται από καθημερινό σταυρό. Όπως και η Ανάσταση του Χριστού έγινε "ἐκ νεκρῶν". Η σωτηρία που κηρύττει στον κόσμο είναι η επιστροφή του ανθρώπου στο "μετά του Χριστού είναι", όπως και ο θάνατος είναι το "άνευ Χριστού ζην". Μόνο ο Χριστός θεράπευσε τα "εκ της παρακοής" πάθη μας με την υπακοή Του μέχρι θανάτου Σταυρού. Ο Παύλος "συσταυρούται" με τον Χριστό και δεν ζει πλέον "ἐν σαρκὶ", αλλά "ζεῖ ἐν αὐτῶ ὁ Χριστὸς". Έτσι ενσαρκώνει τον "ἐν Χριστῷ ἄνθρωπον", τον τεθεωμένον, γιατί "ζεῖ ἐν Χριστῷ" "ἐν παντὶ καιρῶ καὶ πάση ὥρα", ζει τη ζωή του "μέλλοντος αιωνός". Ο Απ. Παύλος μας έδειξε την οδό, για να πραγματοποιήσουμε στον εαυτό μας τον "ἐν Χριστῷ ἄνθρωπον", "τὴ θεουργῶ παλάμη τῆς θείας Χάριτος".

(Δημοσιεύθηκε στό περιοδικό “Παράκληση. Περιοδική
Ἔκδοση Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λεμεσοῦ”, τεῦχος 60)