Την 29 Αυγούστου, η Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη της αποτομής της Τιμίας Κεφαλής του αγίου και ενδόξου προφήτου και Προδρόμου Ιωάννου του Βαπτίστού. Ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Λεμεσού κ. Αθανάσιος χοροστάτησε της ακολουθίας του Εσπερινού στον πανηγυρίζοντα ναό της κοινότητας Βουνίου. Ενώ την Δυτέρα το πρωί ο Πανιερώτατος προεξήρχε της Θείας Λειτουργίας στον ναό του Τιμίου Προδρόμου στον Αγρό.

Ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Αμαθούντος κ. Νικόλαος χοροστάτησε του πανηγυρικού Εσπερινού στον ναό του Τιμίου Προδρόμου στην κοινότητα του Λουβαρά. Στο τέλος του Εσπερινού χειροθέτησε σε αναγνώστη κ. Αλέξιο Τύχωνοφ. Ανήμερα της εορτής λειτούργησε στον εορτάζοντα ναό στην κοινότητα Δύμες.

 

Η Αποτομή της Τιμίας Κεφαλής του αγίου και ενδόξου Προφήτου και Προδρόμου Ιωάννου του Βαπτιστού
Ο άγιος Ιωάννης, ο Πρόδρομος και Βαπτιστής του Κυρίου, εμαρτυρήθη από τον ίδιο τον Χριστό ότι είναι μεγαλύτερος από όλους τους εκ γυναικός γεννηθέντας ανθρώπους και πρώτος μεταξύ των προφητών. Μόλις ενηλικιώθηκε, αυτός του οποίου οὐκ ἧν ἄξιος ὁ κόσμος (Ἑβρ. 11, 38), αποσύρθηκε στην έρημο σκεπασμένος με τρίχες καμήλας και ζωσμένος με δερμάτινη ζώνη που σήμαινε την κυριαρχία πάνω σε όλες τις ορμές της σαρκός. Αφού βρήκε ως νέος Αδάμ την αρμονική κατάσταση της φύσεώς μας που δημιουργήθηκε για να είναι στραμμένη μόνον προς τον Θεό, τρεφόταν με ακρίδες και άγριο μέλι, έχοντας απερίσπαστο και αμέριμνο το πνεύμα του προσηλωμένο στην θεωρία. Το δέκατο πέμπτο έτος της ηγεμονίας του Τιβέριου Καίσαρα (29μ.Χ.), ο Ιωάννης ακούγοντας τον Λόγο του Θεού στην έρημο μετέβει στην περιοχή του Ιορδάνη για να κηρύξει την μετάνοια στα πλήθη που προσέτρεχαν κοντά του υπό την επίδραση της αγγελικής πολιτείας του. Βάπτιζε τους ανθρώπους στα νερά του Ιορδάνη ποταμού, ως σημείο εξαγνισμού από τις αμαρτίες τους, και για να τους προετοιμάσει να δεχθούν τον Σωτήρα τους καλούσε να παράγουν άξιους καρπούς της μετανοίας και όχι να καυχιούνται ότι είναι τέκνα του Αβραάμ. Και έλεγε, επαναλαμβάνοντας τα λόγια του Ησαΐα: Φωνή βοώντος ἐν τῇ ἐρήμῳ. Ἑτοιμάσατε τήν ὁδόν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τάς τρίβους τοῦ Θεοῦ ἡμῶν• πᾶσα φάραγξ πληρωθήσεται καί πᾶν ὄρος καί βουνός ταπεινωθήσεται... καί ὄψεται πᾶσα σαρξ τό σωτήριον τοῦ Θεοῦ (Ἠσ. 40, 3-5). Καθώς ο λαός αναρωτιόταν αν ήταν ο Σωτήρας ο αναμενόμενος από γενεές και γενεές, ο Ιωάννης τους έλεγε: Ἐγώ μέν βαπτίζω ὑμᾶς ἐν ὕδατι εἰς μετάνοιαν, ὁ δέ ὀπίσω μου ἐρχόμενος ἰσχυρότερος μού ἐστίν... αὐτός ὑμᾶς βαπτίσει ἐν πνεύματι ἁγίῳ καί πυρί (Ματθ: 3, 11). Η αγνότητα του και η αγάπη του για την παρθενία ήταν τόση ώστε κρίθηκε άξιος όχι μόνο να δει τον Σωτήρα, του οποίου καταστάθηκε Πρόδρομος, αλλά και να τον βαπτίσει στον Ιορδάνη και να είναι μάρτυρας της αποκάλυψης της Αγίας Τριάδος.
Ο άγιος Ιωάννης μελετούσε ακατάπαυστα τον Λόγο του Θεού και θεωρούσε όλα τα πράγματα του κόσμου τούτου δευτερεύοντα σε σχέση με την τήρηση του θεϊκού Νόμου, του οποίου τέλεια εφαρμογή ήταν ο βίος του. Για τον λόγο αυτό δεν φοβόταν να επικρίνει με σφοδρότητα τον Ηρώδη Αντύπα, τον τετράρχη της Γαλιλαίας, άνθρωπο ασελγή και έκλυτο που ενάντια στον Νόμο είχε παντρευτεί την Ηρωδιάδα, την γυναίκα του αδελφού του Φιλίππου, ενώ αυτός ήταν ακόμη εν ζωή και είχε κάνει μια κόρη μαζί της, την Σαλώμη. Γινόμενος η φωνή της πωρωμένης συνείδησης του αμαρτωλού, ο προφήτης είπε σ’ αυτόν εξ ονόματος του Θεού: «Δεν σου είναι επιτρεπτό να έχεις για σύζυγο την γυναίκα του αδελφού σου». Γι’ αυτό και η Ηρωδιάδα έτρεφε έντονο μίσος κατά του Ιωάννη και ήθελε να τον θανατώσει. Την εμπόδιζε ωστόσο ο Ηρώδης που τον σεβόταν, ως άνθρωπο δίκαιο και άγιο, αλλά κυρίως από τον φόβο του λαού που τον τιμούσε ως απεσταλμένο του Θεού. Τελικά η δόλια Ηρωδιάς πέτυχε τον σκοπό της και κατάφερε να φυλακισθεί ο προφήτης στο φρούριο το λεγόμενο Μαχαιρούς. Στην επέτειο των γενεθλίων του, κοντά στο Πάσχα, ο βασιλιάς παρέθεσε μεγάλο συμπόσιο στους ευγενείς του βασιλείου του, στο οποίο όλοι παραδόθηκαν στην πολυφαγία και την μέθη. Η Σαλώμη χόρεψε με ηδυπάθεια μπροστά στους συνδαιτυμόνες αυτού του συμποσίου της ματαιοδοξίας και άρεσε στα άσεμνα βλέμματα του πατέρα της, που δεσμεύτηκε με όρκο να της χαρίσει σε ανταμοιβή ό,τι κι αν του ζητούσε, ακόμη και το μισό του βασίλειο. Δασκαλεμένη από την μητέρα της, η νεαρή κόρη ζήτησε να της φέρουν εκείνη την στιγμή την κεφαλή του Ιωάννου επί πινάκι. Ο βασιλιάς βρέθηκε σε δύσκολη θέση, αλλά εξαιτίας του όρκου του και για να μην πέσει το γόητρο του μπροστά στους συμπότες του, αποφάσισε να θανατώσει τον Δίκαιο. Η απόφαση εκτελέστηκε αμέσως• ένας στρατιώτης πήγε να αποκεφαλίσει τον άγιο Ιωάννη στην φυλακή του και έφερε σύντομα στην αίθουσα επί πινάκι και ματωμένη ακόμη την τιμία κάρα του, η οποία απηύθυνε μια σιωπηλή μομφή στην εγκληματική αδυναμία του βασιλιά. Η Σαλώμη παρέδωσε το τρόπαιο αυτό στην μητέρα της και έμοιαζε να της λέει: «Φάε, μητέρα, την σάρκα εκείνου που έζησε ως ασώματος και πιες το αίμα του. Η γλώσσα αυτή που έπαψε να μας επικρίνει θα σιγήσει πια για πάντα».
Οι μαθητές του αγίου ήρθαν και πήραν το σώμα του και πήγαν να το θάψουν στην Σεβάστεια, κατόπιν δε πληροφόρησαν τον Χριστό. Μόνο πολύ αργότερα τα λείψανα του αγίου Προδρόμου ανευρέθηκαν θαυματουργικώς, με σκοπό να επιδαψιλεύουν την θεία χάρη στους πιστούς που τα προσκυνούσαν.
Την αιματηρή τούτη πράξη επέτρεψε ο Θεός με σκοπό ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, αφού υπήρξε ο Πρόδρομος του Χριστού στην γη, να υπάρξει ως τέτοιος και στο βασίλειο των νεκρών και να πάει να αναγγείλει στους δικαίους τεθνεώτες που αναμένουν την Λύτρωση, την επικείμενη έλευση του Μεσσία που επρόκειτο να συντρίψει με τον Σταύρο τις πύλες και τις αμπάρες του Άδη.
Με την ζωή του όπως και με τον θάνατο του, ο Τίμιος Πρόδρομος παραμένει για όλους τους χριστιανούς ένας προφήτης και ένας διδάσκαλος του πνευματικού βίου. Με την άμεμπτη πολιτεία του τους διδάσκει να αγωνίζονται μέχρι θανάτου κατά της αμαρτίας, όχι μόνο χάριν της δικαιοσύνης και της τήρησης του Νόμου του Θεού, αλλά και για την προκοπή στην αρετή και την καθαρότητα της καρδιάς. Κάθε συνείδηση οξυμένη από την μελέτη του Νόμου του Θεού ομοιάζει λοιπόν με τον Ιωάννη τον Πρόδρομο και ανοίγει στην εν μετανοία ψυχή τις οδούς του Κυρίου, με σκοπό να της προσφέρει την γνώση της Σωτηρίας (βλ. Λουκ. 1, 76)

Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, εκδ. Ίνδικτος